Το μαγικό κασκόλ - Φανή Κολτσακίδου | Λογοτεχνικό Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων 2024 - ΚΕΦΑΛΟΣ

To Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς για το βιβλίο, τη λογοτεχνία, την ποίηση, τους λογοτέχνες και τις τέχνες.

ΝΕΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

Το μαγικό κασκόλ - Φανή Κολτσακίδου | Λογοτεχνικό Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων 2024


 

-Μαμά, μαμά πες μου ένα παραμύθι σε παρακαλώ! 

Λέει το κοριτσάκι που μόλις σκεπάστηκε κ έξω χιονίζει τόσο μαγικά. 

Είναι οι μέρες γιορτινές, πλησιάζουν τα Χριστούγεννα. 

Η μητέρα, κουρασμένη από τις πολλές δουλειές του σπιτιού γιατί έχει να καλωσορίσει την επόμενη μέρα που είναι παραμονή Χριστουγέννων, χαμογελάει και της λέει: 

-Εντάξει έρχομαι!

Κάθεται η μητέρα στο κρεβάτι του παιδιού της και για μια στιγμή κοιτάζει έξω από το παράθυρο να πέφτει μια άσπρη νιφάδα του χιονιού. 

-Μαγικό, λέει.

-Τι είπες μαμά;

Το κοριτσάκι παραξενεύεται κ συνεχίζει:

-Πες μου μαμά! 

Η μητέρα γυρίζει, την κοιτάζει και η πρώτη λέξη που της έρχεται είναι το κασκόλ, το μαγικό κασκόλ. 

-Μμμμ, τι είπες μαμά;

Ξαναπαραξενεύεται το κοριτσάκι. 

Κ χαμογελάει η μητέρα. 

-Λοιπόν, λέει, κάποτε ήταν ένα μικρό κοριτσάκι, ήσυχο, όμορφο που το αγαπούσαν όλοι. Το κοριτσάκι αυτό είχε σγουρά καστανά μαλλιά με λίγες χρυσές τρίχες που έλαμπαν κάθε τόσο όταν της έπεφτε το φως κ είχε τόσο ωραία πράσινα μάτια. Την λέγανε Άννι! Αυτό το κοριτσάκι όμως ήταν κωφό, δε μιλούσε, μόνο παρακολουθούσε ό,τι γινόταν. Κι όταν ήθελε κάτι απλά έδειχνε ή έγραφε σε χαρτί.Τριγύρω του άνθρωποι το αγαπούσαν όλοι πολύ, όμως ήταν δυστυχισμένο γιατί δεν είχε φίλους, ούτε αδέρφια να παίζει κ ούτε να μπορεί να μιλά. Η μητέρα του, το ήξερε πολύ καλά πως ένιωθε και στεναχωριόταν πολύ και προσπαθούσε κάθε τόσο να την καθησυχάζει και να της θυμίζει ότι υπάρχουν τόσο ωραία γύρω της. Κάπου εκεί στο σπίτι της, ανάμεσα ήταν και η γιαγιά της που το αγαπούσε πάρα πολύ, φρόντιζε να μην της λείπει τίποτα κι αυτή στεναχωριόταν τόσο πολύ. Μέρες ήταν γιορτινές τώρα, έκλεισαν τα σχολεία για τα Χριστούγεννα, είχαν στολίσει το όμορφο τους χριστουγεννιάτικο έλατο. Η Άννι το λάτρευε πολύ να το κοιτάζει, τα χρωματιστά φωτάκια να αναβοσβήνουν χαρούμενα, μπλε κίτρινα, κόκκινα και πράσινα και το άστρο πάντα το στόλιζε η Άννι τελευταία. Ένα βράδυ καθώς ήταν τόσο στεναχωρημένο έγραψε ένα γράμμα προς το  Αϊ-Βασίλη και πλησίασε το έλατο και το έβαλε κάτω. Η γιαγιά της δίπλα το παρατήρησε.Και την επόμενη μέρα καθώς σηκώνεται από το κρεβάτι για να πάει προς τη κουζίνα, βλέπει τη γιαγιά της να πλέκει κάτι. Την ρωτάει:

- Γιαγιά τι είναι αυτό;

-Κάτι που μου ζήτησε ο  Αϊ-Βασίλης.

Ξαφνιάζεται η Άννι και λέει:

-Τον είδες;

-Όχι παιδί μου, μου έστειλε ένα γράμμα.

Απορημένη η Άννι και φεύγει μέσα στη κουζίνα κι η γιαγιά χαμογελά και συνέχισε να πλέκει.

Και αφού το έπλεξε, το τύλιξε σε δώρο. Και το έβαλε κάτω από το Χριστουγεννιάτικο έλατο. Την επόμενη μέρα ήταν πια Χριστούγεννα, πρωί, έξω χιόνιζε πολύ, μια ζεστασιά μες στο σπίτι από τη σόμπα με τα ξύλα που καίγονταν, Άννι τρέχει αμέσως στο Χριστουγεννιάτικο έλατο για να δει το δώρο της. Το ανοίγει και ξάφνου βλέπει ένα ωραίο κόκκινο κασκόλ, εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ που το φόρεσε  αλλά και στεναχωρέθηκε γιατί δεν ήταν αυτό που ζήτησε στο γράμμα από τον Αϊ-Βασίλη.

-Δεν πειράζει, ίσως του χρόνου, λέει. 

Και όλοι της έλεγαν πόσο ωραίο είναι. Κι έτσι άρχισαν τα Χριστούγεννα, με την οικογένεια στο τραπέζι, το βραδάκι όμως ήταν πάλι λυπημένη και η γιαγιά με την άκρη του ματιού της πρόσεξε ότι ήταν στεναχωρημένη, την πλησίασε και της είπε ότι το κασκόλ αυτό είναι μαγικό κ η Άννι παραξενευόταν για το πως γίνεται αυτό και να την απαντά ότι θα δει, και ότι θα της κρατάει συντροφιά όπου πάει κι όταν είναι λυπημένη να το κοιτάζει για να τα ξεχνάει όλα. 

Κι έτσι περνάνε οι μέρες, το φορούσε συνεχώς, ένιωθε ότι ήταν η μόνη παρέα της και τουλάχιστον χαιρόταν. Τελειώνουν οι γιορτινές μερες κ αρχίζουν τα σχολεία κ επιστρέφει στο σχολείο. 

Σηκώνεται από το κρεβάτι τη πρώτη μέρα που είναι για σχολείο, και κοιτάζει απέναντι της στη πολυθρόνα το κασκόλ και σκέφτεται θα το βάλω σήμερα. Ντύνεται και βάζει το κασκόλ της και ξεκινά για το σχολείο και σκέφτεται μέσα της ότι πάλι θα είναι μόνη της, πάλι δε θα μπορεί να παίζει, πάλι δε θα μπορεί να καταλαβαίνει τη δασκάλα και λέει εντάξει δε πειράζει. Κι αφού φτάνει στο σχολείο μέσα στη τάξη και κάθεται στο θρανίο της, την πλησιάζει μια συμμαθήτρια της και της λέει πόσο ωραίο είναι το κασκόλ. Ξαφνιάζεται η Άννι, και η συμμαθήτρια της φωνάζει τα άλλα παιδιά και τους λέει για το κασκόλ: -Κοιτάξτε τι ωραίο που είναι το κασκόλ αυτό που φοράει, και τα παιδιά την πλησίασαν και της λέγανε ότι είναι πολύ ωραίο και την ρωτούσαν πού το βρήκε. Τους απαντά περήφανα ότι το έφερε ο Αϊ-Βασίλης. 

Κι είπε ότι είναι μαγικό, όπως της είπε η γιαγιά της και τα παιδιά χάρηκαν και το θαύμασαν πολύ. Κ την ρώτησαν αν θέλει να παίξει μαζί τους μιλώντας αργά για να καταλαβαίνει και δέχτηκε.  Και μπαίνει η δασκάλα μέσα στη τάξη και τους εύχεται για τη νέα χρονιά και ξεκινά να εξηγεί με νοηματική γλώσσα και ξανά ξαφνιάζεται η Άννι, και χάρηκε τόσο πολύ που μπορεί πια να παρακολουθεί το μάθημα της. Και πήγε μεσημέρι, σχόλασε και έτρεξε προς το σπίτι και φώναξε:

 -Μαμά, Γιαγιά αυτό το κασκόλ είναι όντως μαγικό!

Κι από τότε σιγά σιγά απέκτησε φίλους, και στη τάξη να την βοηθάνε στα μαθήματα η δασκάλα της και οι συμμαθητές της και στα διαλείμματα να παίζει μαζί τους. Τώρα φεύγει σιγά σιγά ο χειμώνας κ έρχεται η άνοιξη και πλέον δε μπορεί να το φορά γιατί θα ζεσταίνεται κι έτσι έδωσε υπόσχεση στον εαυτό της ότι με το πρώτο κρύο θα το ξαναφορέσει. 

Και αργότερα ήρθε το καλοκαίρι και το ξέχασε εντελώς το κασκόλ. Τώρα πια έχει φίλους! Και

με το καιρό η μητέρα της φέρνει νέο αδερφάκι και η χαρά της Άννι είναι τόσο μεγάλη που δε νιώθει μόνη πλέον. Κ ύστερα πλησιάζει ξανά το άνοιγμα των σχολείων, μετά το καλοκαίρι και σκεφτόταν τώρα ότι θα πηγαίνει στο σχολείο και θα είναι μόνο του το αδερφάκι του και το λυπόταν. Θυμήθηκε,εξαφνου το μαγικό κασκόλ. Πήγε να το ψάξει στο δωμάτιο της, το βρήκε και το άφησε δίπλα στο κρεβατάκι του μικρού αδερφάκι της για παρέα και μπαίνει η μητέρα και της λέει:

 -Μαμά δε θέλω να είναι μόνο του και θέλω να έχει το κασκόλ δίπλα του γιατί είναι μαγικό κ θα τον προστατεύσει όταν θα λείπω, και η μητέρα χαμογέλασε. 

Περνάνε τα χρόνια η Άννι μεγάλωσε και έχει πια τη δική της οικογένεια και το μαγικό κασκόλ το έχει ξεχάσει.

Το κοριτσάκι που άκουγε με προσοχή το παραμύθι με αγωνία ρώτησε τι απέγινε το μαγικό κασκόλ και απαντά η μητέρα του  ότι δε γνωρίζει αφήνοντας απορημένο το κοριτσάκι . 

-Εντάξει τώρα είναι ώρα να κοιμηθείς κ αύριο έχεις να ανοίξεις πολλά δώρα. 

-Ναι μαμά εντάξει καληνύχτα. 

Κι έρχεται η επόμενη μέρα, είναι Χριστούγεννα όλα είναι τόσο όμορφα, έξω χιονισμένο τοπίο κάτασπρα όλα με τις καμινάδες να καπνίζουν, με τους περαστικούς να φωνάζουν μεταξύ τους ‘’Καλά Χριστούγεννα’’, να ακούγονται κάλαντα , να μοσχοβολάνε μπισκότα και διάφορα, στη πλατεία στο δέντρο τα όμορφα χρωματιστά φωτάκια να παίζουν. Ξυπνάει το κοριτσάκι από τις φωνές των παιδιών που είναι στους δρόμους και λένε τα κάλαντα τους, σηκώνεται από το κρεβάτι και κατεβαίνει γρήγορα στο χριστουγεννιάτικο έλατο να δει τα δώρα του. 

Η μητέρα του, να είναι στη κουζίνα και να ετοιμάζει τα φαγητα για τους καλεσμένους. Αφού ανοίγει το κοριτσάκι τα δώρα και να αναφωνεί από τη χαρά της, πρόσεξε κι ένα άλλο δώρο, που αυτό δεν ήταν εκεί τόσες μέρες και αναρωτιέται τι να είναι, κι έτσι το παίρνει και το ανοίγει, ξαφνιάζεται με αυτό που βλέπει. Είναι ωραίο κόκκινο κασκόλ, φωνάζει:

-Μαμά μαμά κοίτα το κασκόλ, το μαγικό!!!

Και  η μητέρα του χαμογέλασε και κοίταξε δίπλα στο τζάκι την εικόνα της γιαγιάς της που την αγαπούσε πολύ κ δεν είναι τώρα πια εδώ αλλά πάντα «κουβαλούσε» το μαγικό κασκόλ, κουβαλούσε αυτό που της έλεγε « φορά το κ θα δεις». Κάθεται στη πολυθρόνα και της λέει το κοριτσάκι: 

-Μαμά, μαμά θα μου το φορέσεις;

Και να την γνέφει καταφατικά η μητέρα της:

-Έλα δω, και της το φόρεσε το κασκόλ, το κόκκινο μαγικό κασκόλ και κύλησε ένα δάκρυ χαράς στα μάτια της. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Περιμένουμε τις απόψεις σας!