Η Εύα, ο Θάνος και τα ξωτικά - Παναγιώτα Σκουρτανιώτη | Λογοτεχνικό Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων 2024 - ΚΕΦΑΛΟΣ

To Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς για το βιβλίο, τη λογοτεχνία, την ποίηση, τους λογοτέχνες και τις τέχνες.

ΝΕΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2024

Η Εύα, ο Θάνος και τα ξωτικά - Παναγιώτα Σκουρτανιώτη | Λογοτεχνικό Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων 2024




Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα κοριτσάκι που το έλεγαν Εύα. Όμορφο σαν το φεγγάρι το πρόσωπό του. Έλαμπε τη νύχτα και φώτιζε τη μέρα. Η Εύα ήταν υπερβολικά φιλομαθής. 

-Αυτό το παιδί ξέρει να διαβάζει από την κοιλιά της μάνας του! Έλεγαν όλοι .

Διάβαζε, διάβαζε, διάβαζε δίχως να κουράζεται. Αφού και τα βιβλία της έλεγαν:

-Πάλι θα μας διαβάσεις, Ευάκι; Δεν κουράζεσαι ποτέ;

-Όχι, απαντούσε εκείνη.

-Σας λατρεύω.

Η μεγάλη της αδυναμία, όμως, ήταν τα παραμύθια. Τα αποστήθιζε με μια ανάγνωση, με μια ματιά θα έλεγε κανείς. Και όχι μόνο αυτό, αλλά είχε την ικανότητα να τα συνεχίζει, να τα παραλλάζει, να δημιουργεί νέους ήρωες, νέες ηρωίδες, να προσθέτει πρωταγωνιστές, βοηθητικά πρόσωπα, όχι μόνο ανθρώπους, αλλά και ζωάκια που μιλούν με ανθρώπινη ομιλία, φυτά που έχουν αισθήματα, όπως οι άνθρωποι, φυσικά φαινόμενα που παίζουν το ρόλο του καλού ή του κακού. 

Η μικρή Εύα είχε ένα αδερφάκι, τον Θάνο. Το αγαπούσε πάρα πολύ και κάθε μέρα του διάβαζε ένα παραμύθι. 

Ο Θάνος ήταν ομορφούλης αλλά και ατακτούλης. Δεν ησύχαζε κατά τη διάρκεια της ημέρας, παρά μόνο τη νύχτα γινόταν αυτό κατορθωτό, όταν τα βλέφαρά του βάραιναν από την τόση ημερήσια προσπάθεια να κρατηθούν ανοιχτά και να καταγράφουν τα πάντα όπως ακριβώς τα ραντάρ.  

 Ήταν παραμονή Πρωτοχρονιάς. Τα δύο παιδιά βρίσκονταν στο σαλόνι του σπιτιού τους. Η Εύα διάβαζε και ο Θάνος έπαιζε με τα παιχνίδια του. Οι γονείς τους ετοίμαζαν το γιορτινό τραπέζι. 

Κάποια στιγμή η  Εύα άκουσε ένα χρρρ…. Γύρισε προς το μέρος του αδερφού της και τον είδε στον καναπέ να κοιμάται. Έπρεπε να το είχε καταλάβει νωρίτερα. Υπήρχε τόση ησυχία στο σαλόνι τους! 

Συνέχισε το παραμύθι της αλλά όχι για πολύ. 

-Θέλω το πράσινο αυτοκίνητο! 

-Θέλω το κίτρινο ποδήλατο! 

-Εύα! Εύα!

-Βοήθησέ με! 

Ο Θάνος παραμιλούσε στον ύπνο του. Έβλεπε όνειρο, μάλλον. Το Ευάκι πήγε δίπλα του και τον σκούντησε αλλά εκείνος συνέχισε το παραμιλητό του. Την καλούσε κοντά του. Χρειάζονταν τη βοήθειά της. Δεν έπρεπε να χάσει ούτε λεπτό χρόνου. Άφησε το παραμύθι της στο τραπεζάκι και γρήγορα γρήγορα μπήκε στο όνειρό του. 

Πυκνή ομίχλη κούρασε τα μάτια της. Γκρίζες σκιές παντού. Ο Θάνος πουθενά. Άκουγε μόνο τη φωνή του στο βάθος του θολού τοπίου.

Άρχισε να περπατάει. Τότε γύρω της ένιωσε ψιθύρους, σαν βούισμα μελισσών.

-Ξωτικά, σκέφτηκε.

Ήξερε τον τρόπο που εμφανίζονταν, ήξερε τους θορύβους τους. Τόσα παραμύθια είχε διαβάσει!

-Πού πας;

-Όχι, από κει.

Λάθος δρόμος! 

-Θα σε καθοδηγήσουμε.

Δεν είχε άλλη επιλογή. Τα ακολούθησε. Το τοπίο άρχισε σιγά σιγά να καθαρίζει. Πέρασαν πυκνά δάση και πελώρια βουνά, ατέλειωτους κάμπους και φιδωτά ποτάμια, καταγάλανες λίμνες και αφρισμένα πελάγη.

Η Εύα ένιωθε να πετάει, πιο γρήγορα και από αεροπλάνο. Ξαφνικά ο παγωμένος αέρας τυλίχθηκε γύρω της σαν μια διάφανη πελώρια κορδέλα που δεν είχε τέλος. 

-Κρυώνω, φώναξε τόσο δυνατά που ακούστηκε ο αντίλαλος σε όλο τον πλανήτη. 

Το κόκκινο γιορτινό φουστανάκι της δεν την προστάτευε από το κρύο. 

-Μη φοβάσαι, Εύα, είπαν τα Ξωτικά.

-Εμείς θα σε φροντίσουμε. 

Δεν κατάλαβε πως βρέθηκε τυλιγμένη σ΄ ένα κόκκινο πανωφόρι. Μόνο αισθάνθηκε τη ζέστη του. Και το γούνινο καπέλο στο κεφάλι της πόσο της άρεσε! Μα γιατί άσπρισαν όλα γύρω της ; Που βρίσκονταν; Που ήταν το αδερφάκι της; Είχε έρθει να τον σώσει αλλά ποιος θα έσωζε εκείνη;

-Εύα που είσαι;

-Να, η φωνή του Θάνου, είπε εκείνη. Ακούγονταν πιο δυνατή τώρα.

Κάτασπρο το τοπίο ξεπρόβαλε μπροστά της.  Όλα χιονισμένα. Ένα ολόκληρο χωριό στα άσπρα. Τι ομορφιά ήταν αυτή. Κάτασπρα σπιτάκια με κόκκινες πορτούλες, δέντρα που έμοιαζαν με το χριστουγεννιάτικο του σαλονιού τους, δρόμοι με φωτάκια πολύχρωμα και στο βάθος ένα τεράστιο οίκημα με μια κατακόκκινη πινακίδα στην στέγη του. 

Μα τι έγραφε; Το εργαστήριο του Αι Βασίλη; Που βρίσκονταν ; Στον Βόρειο Πόλο;

Τα Ξωτικά την έφεραν μπροστά στην πόρτα. Εκείνη δειλά δειλά την άνοιξε. Και τότε χάθηκε μες τα παιχνίδια. Παιχνίδια παντού. Ζωάκια πάνινα, κούκλες, αυτοκινητάκια και κάθε είδους οχήματα, κατασκευές, επιτραπέζια, μπάλες…

Παιχνίδια, παιχνίδια, παιχνίδια που μιλούσαν, που χόρευαν, που περπατούσαν.

Η Εύα δεν ήξερε τι να κάνει. Θαμπώθηκε από το θέαμα. Ώσπου άκουσε τη φωνή του Θάνου.

-Εύα, Εύα, επιτέλους με βρήκες!

Τον είδε πάνω στο κίτρινο ποδηλατάκι, να τρέχει ανάμεσα στους διαδρόμους. Να μαζεύει παιχνίδια σ΄ ένα χώρο που της είπε πως ήταν δικός τους. Εκεί είχε μια στοίβα παιχνιδιών! 

-Μπορούμε να τα πάρουμε μαζί μας, στο σπίτι μας, Εύα!

-Πως θα τα μεταφέρουμε, Θάνο; Είναι πολλά.

-Μην ανησυχείς. Θα μας βοηθήσουν τα ξωτικά.

-Όμως, πρέπει πρώτα να περάσουμε από τον έλεγχο αποσκευών , στην έξοδο, να σφραγίσουν το διαβατήριό μας.

-Μα εγώ δεν έχω, είπε η Εύα.

-Δεν χρειάζονται δύο. Ένα φτάνει και για τους δύο μας, είπε ο Θάνος. Αρκεί να είμαστε αγαπημένοι!

Έτσι και έγινε. Με την καθοδήγηση των ξωτικών έφτασαν στην έξοδο. Εκεί οι βοηθοί του Αι Βασίλη έλεγξαν τα πράγματά τους, δηλαδή τα παιχνίδια τους. Στη συνέχεια ρώτησαν τον καθένα ξεχωριστά να ονομάσει το πιο αγαπημένο του πρόσωπο στη Γη.

Μια τεράστια κόκκινη λέξη σφράγισε τη λευκή σελίδα του διαβατηρίου τους. 

-Τι γράφει; Ρώτησε ο Θάνος την αδερφή του.

-Τι παράξενο, είπε η Εύα.

-Γράφει: Αγάπη! 

Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Πλησιάζει η ώρα της αλλαγής του χρόνου. Φεύγει ο παλιός. Έρχεται ο καινούργιος γεμάτος υποσχέσεις για ελπίδα, αγάπη, ειρήνη. 

-Τι όμορφη εικόνα, είπε η μαμά.

-Ω, ναι, είπε ο μπαμπάς. Χαμογελούν στον ύπνο τους αγκαλιασμένα.

-Σαν αγγελούδια τα παιδιά μας!

-Του διάβαζε πάλι παραμύθι η Εύα! 

-Το αγαπημένο τους: «Ταξίδι για παιδιά, στον Βόρειο Πόλο!».


Παναγιώτα Σκουρτανιώτη 




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Περιμένουμε τις απόψεις σας!