Ένα Αλλιώτικο δώρο Χριστουγέννων - Γεώργιος Παλαιστής | Λογοτεχνικό Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων 2024 - ΚΕΦΑΛΟΣ

To Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς για το βιβλίο, τη λογοτεχνία, την ποίηση, τους λογοτέχνες και τις τέχνες.

ΝΕΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024

Ένα Αλλιώτικο δώρο Χριστουγέννων - Γεώργιος Παλαιστής | Λογοτεχνικό Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων 2024


Το πυκνό χιόνι είχε καλύψει την πόλη της Θεσσαλονίκης σαν ένα λευκό πάπλωμα καθώς τα ορειβατικά μποτάκια της μελαχρινής Αριάδνης χάραζαν τον τεθλασμένο τους δρόμο  πάνω στο παγωμένο πεζοδρόμιο. Η τριαντάχρονη Αριάδνη είχε μόλις σχολάσει από το ψητοπωλείο της πλατείας Αριστοτέλους όπου εργάζονταν. Πέρασε το θεόρατο πρασινωπό έλατο που είχε στηθεί στο μέσο της πλατείας Αριστοτέλους καλυμμένο με φωτάκια που αναβόσβηναν σε όλο το φάσμα του ουράνιου τόξου και στολισμένο με υπερμεγέθη χριστουγεννιάτικα στολίδια. Το ηλεκτρονικό ρολόι της έγραφε έντεκα και τριάντα καθώς προσπερνούσε παρέες νεαρών ατόμων ντυμένων με τα ακριβά τους ρούχα που κατευθύνονταν στα μαγαζιά της παραλιακής όπου θα διασκέδαζαν μέχρι πρωίας.

 Έφτασε στην στάση των αστικών επί της οδού Εγνατίας η οποία ήταν άδεια από κόσμο και ανέμενε μέσα στο δριμύ ψύχος του Δεκεμβρίου μέχρι να έρθει το αστικό που θα την μετέφερε στον Εύοσμο και στο μικρό διαμέρισμα της. Πίσω της το χριστουγεννιάτικο ξύλινο χωριό που είχε στηθεί στο πάνω μέρος της πλατείας Αριστοτέλους με τα πολύχρωμα φώτα του να αναβοσβήνουν μέσα στο παχύ χιόνι έδινε θαλπωρή στα βλέμματα των λιγοστών διερχομένων ατόμων οι οποίοι ήταν κουκουλωμένοι με τα ζεστά πανωφόρια τους ενώ κινούνταν προσεκτικά πάνω στο γλιστερό χιόνι. 

Λογικά ο Πέτρος, ο σύζυγος της, θα είχε βάλει για ύπνο τον οχτάχρονο γιο τους, τον Χρήστο, καθώς θα του διηγούνταν ένα παραμύθι για ιππότες. Ευτυχώς ο άντρας της είχε μια δική του επιχείρηση πληροφορικής  και πολλές φορές δούλευε και από το σπίτι. Κάτι που τους βόλευε καθώς κάποιος έπρεπε να φροντίζει τον γιό τους αφού η αυτή δούλευε σπαστό ωράριο. Η Αριάδνη είχε τελειώσει την σχολή μαθηματικών στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων αλλά μέχρι να πάρει απάντηση από τα πολλά βιογραφικά που είχε στείλει δούλευε στην οικογενειακή επιχείρηση του θείου της, «Το γρήγορο σουβλάκι». Μακάρι να της απαντούσε κάποιο φροντιστήριο σκέφτηκε καθώς κοιτούσε με ελπίδα τον σκοτεινό ουρανό που τον φώτιζαν χιλιάδες αστέρια. Όχι πως περνούσε άσχημα στο ψητοπωλείο, μια που η Αριάδνη είχε μάθει να δουλεύει από μικρή αλλά θα ήθελε να εργαστεί πάνω σε αυτό που είχε σπουδάσει πέντε χρόνια.

Η κίνηση από οχήματα επί της οδού Εγνατίας, έναν από τους κεντρικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης, ήταν ελάχιστη. Καθώς λόγω της πυκνής χιονόπτωσης τα αυτοκίνητα κινούνταν μόνο με αντιολισθητικές αλυσίδες. Ήταν βέβαια και παραμονή Χριστουγέννων και ο περισσότερος κόσμος ήταν μαζεμένος στις οικίες του γιορτάζοντας την έλευση των Χριστουγέννων. Αγκομαχώντας το μπλε αστικό φυσαρμόνικα σταμάτησε μπροστά στην Αριάδνη. Η νεαρή κοπέλα εισήλθε μέσα και βρήκε μια άνετη θέση στην γαλαρία. Καθώς το όχημα διέσχιζε την Θεσσαλονίκη η Αριάδνη θαύμαζε την στολισμένη συμπρωτεύουσα. Χιλιάδες κίτρινα λαμπιόνια στόλιζαν τους κεντρικούς δρόμους ενώ την πανδαισία των χρωμάτων την ενίσχυαν τα χιλιάδες πολύχρωμα λαμπιόνια στα χρώματα του ουράνιου τόξου που αναβόσβηναν σε κάθε μαγαζί και οικία. Στολισμένα καταπράσινα έλατα σε όλα τα μεγέθη με αστραφτερές χριστουγεννιάτικες μπάλες φιγουράριζαν πίσω από τις τζαμαρίες των καταστημάτων και των κατοικιών.

Μετά από μια πορεία τριάντα λεπτών μέσα στην χιονισμένη άσφαλτο κατέβηκε η Αριάδνη στην πιο κοντινή στάση της οικίας της. Περπάτησε μέσα στο τσουχτερό κρύο προστατευμένη από το κόκκινο πουπουλένιο της μπουφάν.  Μέσα στην ησυχία της έναστρης νύχτας όπου σποραδικά ακούγονταν χριστουγεννιάτικες μελωδίες και χαρωπά γέλια και τραγούδια από τα παρακείμενα διαμερίσματα. Ξαφνικά άκουσε  το χαρακτηριστικό κλάμα μιας μικρής γάτας. Πλησίασε και αντίκρισε ένα μικρό κοκκινωπό γατάκι να τουρτουρίζει μέσα στο χιόνι. Κοίταξε τριγύρω αλλά δεν είδε κάποια θηλυκιά γάτα. Δεν το πολύ σκέφτηκε άπλωσε το χέρι της, άρπαξε το γατάκι και κρατώντας το σφιχτά στην αγκαλιά της συνέχισε τον δρόμο της. Τα Χριστούγεννα ήταν μια εποχή αγάπης και στοργής προς τους ανθρώπους αλλά και προς τα απροστάτευτα ζωάκια.

Έφτασε στην τετραώροφη πολυκατοικία που στεγάζονταν το σπιτικό τους και αφού ανέβηκε στον δεύτερο όροφο με τις σκάλες, καθώς το ασανσέρ ήταν χαλασμένο εδώ και μια εβδομάδα και θα έμενε έτσι μέχρι και την πρωτοχρονιά. Άνοιξε την εξώπορτα με προσοχή για να μην ξυπνήσει κανένα και εισήλθε στο διαμέρισμα όπου την προϋπάντησαν οι ελκυστικές οσμές  του κοτόπουλου με πατάτες που αναπαύονταν στον φούρνο ενώ στην γωνία του καθιστικού πάνω σε ένα τραπεζάκι αναπαύονταν το καταπράσινο έλατο τους, τον στολισμό του οποίου με πολύχρωμες γιρλάντες, κατακόκκινα φωτάκια και κάθε λογής χριστουγεννιάτικα στολίδια είχαν αναλάβει οι δύο άντρες της ζωής της. Καθώς το κοίταζε να στέκεται αγέρωχο με τα ερυθρά λαμπάκια του να αναβοσβήνουν η καρδιά της γέμισε από αισθήματα αγάπης για τον άντρα της και το παιδάκι τους. Άφησε το μικρό γατάκι, το οποίο είχε αποκοιμηθεί , πάνω στο παχύ χαλί δίπλα στα πολύχρωμα κουτιά με τα χριστουγεννιάτικα δώρα που ήταν τοποθετημένα γύρω από το έλατο. Εισήλθε στο παιδικό υπνοδωμάτιο  όπου είδε τον γιο της να κοιμάται αμέριμνος στο παιδικό κρεβατάκι του και τον ξανθό πατέρα του να έχει αποκοιμηθεί στην διπλανή πολυθρόνα ενώ στα χέρια του κρατούσε ακόμα το βιβλίο με την συλλογή παραμυθιών. Προσεχτικά αφαίρεσε το βιβλίο από τα χέρια του συζύγου της και τον σκέπασε με μια μάλλινη κουβέρτα προσέχοντας να μην τον ξυπνήσει. Φίλησε τρυφερά το μέτωπο του ξανθού αγοριού της και αφού βεβαιώθηκε πως κοιμόνταν ήρεμα, εξήλθε από το δωμάτιο. Πήγε στην μικρή κουζίνα και αφού έβαλε σε ένα πιάτο λίγο κοτόπουλο και σε ένα άλλο καθάριο νερό τα τοποθέτησε κοντά στο γατάκι το οποίο έφαγε με βουλιμία και ξεδίψασε στο δροσερό νερό. Κοίταξε την Αριάδνη με τα κίτρινα μάτια του και αφού χασμουρήθηκε ξάπλωσε και μέσα σε δευτερόλεπτα ταξίδευε στο βασίλειο του Μορφέα. Η Αριάδνη το χάιδεψε ελαφρά και πήγε στο υπνοδωμάτιο τους για να κοιμηθεί και αυτή.

Οι πρώτες πρωινές ακτίνες του ήλιου ξεγλιστρούσαν ανάμεσα από τα παραθυρόφυλλα της κρεβατοκάμαρας που κοιμούνταν ο Πέτρος και η Αριάδνη σηματοδοτώντας την έλευση της ημέρας των Χριστουγέννων. Ξαφνικά  ο Χρήστος φορώντας τις lion king πιτζάμες του μπήκε τρέχοντας μέσα και πήδηξε πάνω στο κρεβάτι ανάμεσα στους γονείς του.

«Μαμά, μπαμπά δες του μου έφερε ο Άγιος Βασίλης. Το καλύτερο δώρο. Ένας γατούλις.», είπε ο Πέτρος χαρούμενος καθώς κρατούσε στην αγκαλιά του το κοκκινωπό γατάκι που χασμουριόνταν.

Ο Πέτρος κοίταξε με νόημα την σύζυγό του που γελούσε. Μόλις γίναμε τέσσερις σκέφτηκε καθώς την αγκάλιασε. Η Αριάδνη έριξε μια ματιά στο κινητό της που το είχε αφήσει πάνω στο κομοδίνο. Ένα καινούργιο email είχε έρθει. Άνοιξε το email και είδε πως το φροντιστήριο Ιάμβλιχος της είχε απαντήσει πως ήθελε να την προσλάβει σαν την καινούργια καθηγήτρια μαθηματικών του. Ο άντρας της είδε  και αυτός το email.

«Συγχαρητήρια αγάπη μου» της είπε και τα χείλη τους ενώθηκαν. 

Έτσι αγκαλιασμένοι παρέμειναν και οι τέσσερις τους καθώς ο λαμπερός ήλιος ανέτειλε πάνω από την χιονισμένη Θεσσαλονίκη με τις καμινάδες από τα τζάκια και τους λέβητες να στέλνουν τους γκρίζους καπνούς τους στο ηλιόλουστο στερέωμα. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Περιμένουμε τις απόψεις σας!