Απόγευμα Κυριακής, τέλος Οκτώβρη, η ομίχλη αγκάλιαζε το χωριό σαν απαλό πέπλο, σβήνοντας τα περιγράμματα των σπιτιών. Ακόμα και ο αέρας κρατούσε την ανάσα του, σεβόμενος την ηρεμία.
Περπατούσα προς το δάσος, αφήνοντας πίσω μου τα τελευταία σπίτια, τα χτισμένα με πέτρα και ξύλο, σπίτια που έκρυβαν ιστορίες γενεών. Σκεφτόμουν την γιαγιά μου, που τόσο αγαπούσε αυτό το δάσος, που έβρισκε παρηγοριά στο τραγούδι των πουλιών και γαλήνη στις σκιές των δέντρων. Έλεγε πως το δάσος ήταν γεμάτο νεράιδες, που χόρευαν ανάμεσα στα δέντρα και ψιθύριζαν μυστικά.
Ξαφνικά, ανάμεσα στις ρίζες ενός αιωνόβιου δέντρου, είδα ένα παλιό, ξύλινο κουτί. Τα σχέδια που κοσμούν την επιφάνειά του είναι γεμάτα ιστορίες: λουλούδια που φαίνονται να ανθίζουν, πουλιά που πετούν ελεύθερα, και αστέρια που φαίνονται να χορεύουν.. Ποιος να το έφτιαξε άραγε; Και για ποιον; Μήπως το είχε χάσει ή το είχε θάψει εκεί, εμπιστευόμενος τα μυστικά του στις νεράιδες του δάσους; Μια παράξενη αίσθηση με πλημμύρισε. Σαν να με καλούσε το κουτί να το ανοίξω, να ανακαλύψω τα μυστικά του. Το άνοιξα διστακτικά, νιώθοντας ένα ρίγος να διαπερνά την σπονδυλική μου στήλη.
Μέσα, βρήκα ξεθωριασμένες φωτογραφίες και γράμματα, δεμένα με μια μεταξωτή κορδέλα, ξεθωριασμένη κι αυτή από το πέρασμα του χρόνου. Πρόσωπα αγνώστων, χαμογελαστά, αιχμαλωτισμένα σε στιγμές ευτυχίας. Και μια φωτογραφία μιας νεαρής κοπέλας, με λαμπερά μάτια, που έμοιαζε στη γιαγιά.
Τα γράμματα ..... Ιστορίες ζωής, σφραγισμένες μέσα στο κουτί. Μήπως αυτά ήταν τα μυστικά της, οι αναμνήσεις που την στοίχειωναν; Μήπως φοβόταν πως αν τα κρατούσε κοντά της, ο πόνος θα ήταν αβάσταχτος; Ή μήπως ήθελε να τα προστατέψει, να τα θάψει σε ένα μέρος όπου κανείς δεν θα μπορούσε να τα βρει, να τα αγγίξει, να τα πληγώσει; Όποια και αν είναι η αλήθεια, το κουτί αυτό, με άγγιξε βαθιά.
Έκλεισα το κουτί και το άφησα εκεί, στην αγκαλιά του δέντρου. Δεν ήθελα να ταράξω την ησυχία του, ούτε να παραβιάσω τα μυστικά της γιαγιάς. Το φθινόπωρο, με την μελαγχολική ομορφιά του, μου φάνηκε σαν ένα σύμβολο της φύσης που αποχαιρετά το καλοκαίρι, της ζωής που οδεύει προς το τέλος. Το κουτί, ξεχασμένο ή θαμμένο στο δάσος, έμοιαζε με μια μεταφορά για όλα αυτά που αφήνουμε πίσω μας, για τις ιστορίες που ξεθωριάζουν, για τα συναισθήματα που μένουν κλειδωμένα μέσα μας. Μια υπόσχεση να ζήσω την κάθε στιγμή, να αγαπήσω, να ελπίζω, όπως έκανε και αυτή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Περιμένουμε τις απόψεις σας!