H Zωγραφίτσα και η Χρωματούλα - Μιχάλης Πανάτος (Λογοτεχνικό Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων 2022) - ΚΕΦΑΛΟΣ

To Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς για το βιβλίο, τη λογοτεχνία, την ποίηση, τους λογοτέχνες και τις τέχνες.

ΝΕΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2022

H Zωγραφίτσα και η Χρωματούλα - Μιχάλης Πανάτος (Λογοτεχνικό Δωδεκαήμερο Χριστουγέννων 2022)



 H ZΩΓΡΑΦΙΤΣΑ ΚΑΙ Η ΧΡΩΜΑΤΟΥΛΑ 

Μιχάλης Πανάτος 


Μια φορά κι ένα καιρό, πριν αρκετά μα αρκετά χρόνια υπήρχε ένα βασίλειο, το  κρύο βασίλειο του Γκρίζου Άρχοντα. Τεράστιο, πλούσιο αλλά μοναχικό. Ο λόγος; Εκεί δεν γιόρταζαν τα Χριστούγεννα! Πάνε έξι χρόνια, που πήρε αυτή την από φαση ο άρχοντας! Ο καιρός άλλαξε κι ήταν πάντα παγωμένος όλο τον Δεκέμβριο. Οι  άνθρωποι θλιμμένοι. Κανείς δεν γιόρταζε τη μεγαλύτερη γιορτή της αγάπης! Όποιος  ήθελε να γιορτάζει στο σπίτι του, πλήρωνε φόρο γιορτής! Τα μαγαζιά είχαν ελάχιστη  πελατεία, δεν πουλούσαν πια χριστουγεννιάτικα είδη. Τα παιδιά δεν έλεγαν τα κάλα ντα. Κανείς δεν αγόραζε δέντρο για να στολίσει!  

Και γιατί; Μάλωσε άσχημα με τον αδερφό του ο Άρχοντας. Παραμονή Χριστου γέννων! Δύο μήνες αφότου πέθανε η βασίλισσα!. Ξεστόμισαν βαριές κουβέντες τότε:  «Να φύγεις και να μη σε ξαναδώ ποτέ!», φώναξε ο Γκρίζος Άρχοντας. «Σε καταριέμαι λοιπόν, να μη ξαναδείς το φως του ήλιου μέχρι να καταλάβεις  το λάθος σου!», απάντησε αυτός. Έφυγε την ίδια μέρα και κανείς δεν τον είδε ξανά.  Την επόμενη μέρα με νόμο, απαγορεύτηκε η γιορτή των Χριστουγέννων! Παιδιά δεν είχε ο άρχοντας. Δεν είχε πια λόγο να γιορτάσει τα Χριστούγεννα!  Το στέρησε λοιπόν σε όλους! Μόνο ένα κορίτσι θα έλυνε τη κατάρα! Με μαγικές ικα νότητες! Έτσι είπε ο σύμβουλος του, όταν έψαξε σε σκονισμένα βιβλία με μάγια. Σε μία από τις πόλεις του βασιλείου, τη πιο μικρή και φτωχή ζούσε ένας παπ πούς με γκρίζα, μικρή γενειάδα, στιβαρός και ψηλός ίσα με 2 μέτρα. Έμενε μαζί με  τον γιό του, την γυναίκα του και την κόρη τους, την εγγονή του την 7χρονη Δήμητρα.  Ο παππούς της Δήμητρας, ο Λεόντιος, συχνά πήγαινε στο εξοχικό παλιό σπι τάκι κοντά στα χωράφια του μαζί με τη Δήμητρα. Ειδικά τα Σαββατοκύριακα, μπορεί  να καθόντουσαν και τη μισή μέρα εκεί. Η Δήμητρα ενθουσιαζόταν κάθε φορά! Παρα τηρούσε με προσοχή κάθε τι στη φύση. Τα δέντρα με τα μεγάλα, θεόρατα κλαδιά που  έφταναν ως τον ουρανό, τα χωράφια με τα στάχυα! Τα καλαμπόκια, ακόμη και τα  μυρμήγκια! Είχε βρει μια φωλιά τους σε μια άκρη του ξύλινου φράχτη, στο πίσω μέρος  της αυλής τους. Περνούσε όλη τη μέρα της έτσι, με τρεχαλητά εδώ κι εκεί με χαρά. Στο απέναντι σπίτι ζούσε κι ένα άλλο κοριτσάκι στην ηλικία της, η Εύα. Και οι  δύο ήταν επτά χρονών, πήγαιναν μαζί σχολείο και στην ίδια τάξη. Μα ενώ ήταν καλές  φίλες, εδώ και λίγο καιρό δεν την έκανε παρέα! Της κάκιωσε! 

Μια μέρα που η Δήμητρα είχε αργήσει να έρθει στη τάξη, την σκούντησε κατά  λάθος η Εύα ενώ περνούσε από δίπλα της και έπεσε καταγής με τα μούτρα! Τα βιβλία  και τα τετράδια της πετάχτηκαν εδώ κι εκεί κι όλα τα παιδιά γελάγανε μαζί της! Ντρά πηκε τόσο πολύ! Η Εύα της ζήτησε συγνώμη αλλά δεν τη δέχτηκε! Μα δεν έβλεπε  εμπρός της; Τι σκεφτόταν;  

Η Εύα ήταν τελείως διαφορετική από αυτήν. Δεν μιλούσε σχεδόν καθόλου με  τις συμμαθήτριες της. Ούτε έβγαινε έξω στα διαλείμματα. Καθόταν στο θρανίο της και  τραβούσε γραμμές με το μολύβι της σε ένα μπλοκ που το έκρυβε κάτω από τα τετρά δια της. Κανείς δεν ήξερε τι σχεδίαζε, δεν τα έδειχνε ποτέ. Μυστήριο! 

Και να, σήμερα την είδε απέναντι στην εξώπορτα του σπιτιού της, φαινόταν  στεναχωρημένη. Σκέφτηκε για μια στιγμή να πάει κοντά της αλλά μετάνιωσε. Όχι ό μως και ο παππούς της που δρασκέλισε το δρόμο και χτύπησε την ξύλινη σκαλιστή  εξώπορτα κρατώντας μία σακούλα με μήλα από το περιβόλι του. Όταν επέστρεψε, η  Δήμητρα καθόταν στο δωμάτιο της και χρωμάτιζε ένα σχέδιο με λουλούδια που της  είχε χαρίσει παλιότερα η Εύα. Ο ηλικιωμένος κάθισε κοντά της. 

«Το ξέρεις πως οι γείτονες μας δεν είχαν καθόλου σοδειά φέτος; Ο μπαμπάς  της Εύας πήγε σε άλλη πόλη να δουλέψει. Έρχονται Χριστούγεννα σε μία εβδομάδα  και δεν έχουνε λεφτά ούτε για ξύλα!». 

«Μα δεν τα γιορτάζουμε παππού!», απάντησε θλιμμένη η Δήμητρα. «Κάνεις λάθος! Στη καρδιά μας δεν σβήνει ποτέ ότι αγαπάμε! Τα αγαπάς τα  Χριστούγεννα;», τη ρώτησε αυτός.

Αν τα αγαπούσε! Αυτή ήταν η πρώτη σε όλα! Στόλιζε το δέντρο, τραγουδούσε  τα κάλαντα με την Εύα, βοηθούσε στα γλυκά. Κούνησε θετικά το κεφάλι της. «Τι θα κάνεις για να τα φέρεις πίσω λοιπόν; Θα συγχωρέσεις την Εύα; Να πε ράσουμε όλοι μαζί αυτή τη μέρα;», επέμεινε ο παππούς της. 

Κατέβασε το κεφάλι της γεμάτη ενοχή. Ρώτησε κι έμαθε προχθές. Τον άλλο  μήνα θα τους έπαιρναν το σπίτι αν δεν πλήρωναν τους φόρους που ζητούσαν. «Θεέ μου, κάνε να έρθει ο μπαμπάς μου γρήγορα πίσω!», την άκουσε να λέει  μια μέρα πριν μαλώσουν. Έκανε ότι δεν κατάλαβε. 

Ο ηλικιωμένος της έσφιξε το μπράτσο. Την τρόμαξε αλλά δεν είπε λέξη. «Άφησες τη φίλη σου μόνη της τη πιο δύσκολη στιγμή! Αυτή είναι η φιλία σου,  λοιπόν; Χωρίς αγάπη, τι Χριστούγεννα θέλεις; Γκρίζα Πριγκίπισσα θα σε λέω!». «Όχι παππού! Μετάνοιωσα!», απάντησε αμέσως η Δήμητρα και δάκρυσε. «Να το δείξεις στην Εύα, σε έχει ανάγκη τώρα! Μη περιμένεις στιγμή!». «Μα ο άρχοντας….», ξεκίνησε να λέει το κορίτσι φοβισμένο. 

«Άστον αυτόν! Θα αλλάξει γνώμη, θα πάω να τον βρω! Δεν γίνεται να ζούμε  χωρίς τα Χριστούγεννα! Χωρίς την αγάπη μεταξύ μας!». 

Με μάτια υγρά η Δήμητρα χώθηκε στην αγκαλιά του παππού της με τα ροζια σμένα χέρια και το καλοκάγαθο ύφος. Της χαμογέλασε με καλοσύνη. «Είδες πόσο δύσκολο είναι; Τώρα που θέλεις να δείξεις τη φιλία και την αγάπη σου στην Εύα, να διστάζεις; Επειδή μπήκε ο θυμός ανάμεσα σας! Θα φέρουμε όμως εμείς τα Χριστούγεννα στο βασίλειο! Εσύ κι η Εύα, θα το κάνετε!». Ναι μα πως; Δεν καταλάβαινε τι εννοούσε ο παππούς της. 

«Αρκεί να το θέλεις αληθινά! Να ετοιμαστείς για ταξίδι, αύριο φεύγουμε!». Η Δήμητρα ενθουσιάστηκε μα και φοβήθηκε με αυτά που άκουσε.  Με τη γρήγορη άμαξα που νοίκιασε ο παππούς της σε μιάμιση μέρα βρέθηκαν  στο παλάτι. Τράβηξαν αμέσως για την αίθουσα του βασιλιά.. Ο Άρχοντας τους περί μενε καθισμένος στο θρόνο του. Σαν πλησίασαν, λες κι άλλαξε χρώμα ο Άρχοντας! « Εσύ! Εδώ πέρα! Και τι θέλεις πάλι από εμένα;». 

Η βροντερή φωνή του έκανε τη Δήμητρα να σφίξει ασυναίσθητα τη γροθιά της. «Δεν θέλω τίποτα για μένα! Μόνο λίγη συμπόνοια!», απάντησε ήρεμα αυτός. Μόλις του εξήγησε, ο Γκρίζος Άρχοντας θύμωσε και σηκώθηκε όρθιος. «Και εσένα τι σε νοιάζει; Εγώ δεν λυπάμαι κανέναν!». 

Στην 7χρονη Δήμητρα ακούγονται τρομερά όλα αυτά! Τι μίσος! 

«Θέλουμε τα Χριστούγεννα πίσω! Οι άνθρωποι υποφέρουν, χωρίς αγάπη!». Τα λόγια του κάνουν τον άρχοντα να χάσει τη ψυχραιμία του! Διατάζει με στυ γνή φωνή να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν στα υπόγεια κελιά. Προλαβαίνει  να δώσει το πουγκί του στην Δήμητρα. Δείχνει πολύ ήρεμος, το περίμενε.  «Γύρνα πίσω, θα ξανάρθεις μαζί με την Εύα! Μόνο έτσι θα με ελευθερώσετε! Μόνο έτσι θα έρθουν τα Χριστούγεννα και πάλι», της φωνάζει χαμογελώντας. Η Δήμητρα τρέχει και χώνεται στο κουβούκλιο της άμαξας. Πρέπει να πάει  πίσω αμέσως, να οργανώσει σχέδιο για την απελευθέρωση του παππού της! Δεν την  νοιάζει καθόλου πια που την σκούντησε η Εύα και γέλασαν οι συμμαθητές της. Μα,  ήταν τόσο αστείο έτσι απρόσμενα που συνέβη!  

Η Εύα μόλις έμαθε τα νέα έτρεξε αμέσως να την προϋπαντήσει! Της έφερε και γλυκά μπισκότα που έφτιαξε η ίδια με τις συμβουλές της μητέρας της χθες. Μα πόσο  την αγαπάει! Την αγκαλιάζει με χαρά! Συζητάνε μέχρι αργά το βράδυ για όλα αυτά  που έγιναν. Η Εύα ακούει με προσοχή την αφήγηση της Δήμητρας, χωρίς φόβο. 

Την επόμενη μέρα, ακούνε την είδηση: ο Γκρίζος Άρχοντας αρρώστησε!! Πρέ πει να κάνουν γρήγορα! Πουλάνε όλη μέρα μήλα με το καρότσι της γιαγιάς. Τα χρή ματα θα τα δώσουν για το ταξίδι με την άμαξα. Είναι ψόφιες από την κούραση μα πηγαινοέρχονται με γέλια. Λάμπει από χαρά με την Εύα πλάι της! Σε ένα σάκο η Εύα  έχει βάλει τα σύνεργα σχεδίου της και χρωματιστούς μαρκαδόρους της Δήμητρας.

«Θα χρειαστούνε, να φέρουμε πίσω τη γιορτή μας!», της λέει με νόημα. Γεμάτες σκόνη, κούραση αλλά και αγωνία οι δύο φίλες ακούνε τους φύλακες  του κάστρου να αρνούνται την είσοδο στο παλάτι. Η διαταγή είναι σαφής: κανείς! «Αν μας αφήσετε, ο βασιλιάς μας σε μία ώρα θα είναι καλά! Εγώ θα τον για τρέψω, με τη φίλη μου!», τους μιλά η Εύα σε έντονο ύφος. 

«Πιστεύουν στα Χριστούγεννα, εσείς όχι;», επιμένει κι η μητέρα της. Ο ένας φρουρός χαμογελάει. Τις οδηγεί στη μεγάλη σάλα, όπου σε μία τερά στια χρυσοκέντητη πολυθρόνα, βαλμένη κοντά στο παράθυρο, κάθεται ο Γκρίζος Άρ χοντας μελαγχολικός. Ρίχνει μία ματιά στις δύο φίλες που στέκονται εμπρός του. Το βλέμμα του Γκρίζου Άρχοντα είναι γεμάτο θλίψη και ενοχές. Τον έχει αρρω στήσει η συνείδηση του που φυλάκισε τον αδερφό του! Ένα βράδυ που ο γερο-Λεό ντιος τους έλεγε την ιστορία, η Δήμητρα είχε αποκοιμηθεί ενώ αυτή τα άκουσε όλα  πεντακάθαρα! Ήταν ο πρίγκιπας που έφυγε από το παλάτι! Ήρθε η ώρα που θα φέρει  πάλι πίσω τα Χριστούγεννα με τον δικό της μοναδικό τρόπο! Με αγάπη και χαρά! Το κοριτσάκι πιάνει το χέρι του Άρχοντα: 

«Θα γίνετε καλά αρκεί να κάνετε ότι σας πω!», μιλάει με μελωδική φωνή. «Δώστε διαταγή να φέρουν εδώ τον αδερφό σας!», προστάζει σαν βασίλισσα. Ο Γκρίζος Άρχοντας κάνει ένα νεύμα και ψιθυρίζει «ναι», δεν σκέφτεται καν να  

την ρωτήσει από πού το ξέρει αυτό. Σε λίγη ώρα ο παππούς της Δήμητρας είναι μαζί  τους χωρίς τις βαριές αλυσίδες. Βλέποντας τες μαζί με την Εύη, φωνάζει: «Μπράβο Δήμητρα, τα κατάφερες! Μαζί θα γιορτάσουμε σήμερα!». Η Εύα συνεχίζει να κοιτά τον βασιλιά με βλέμμα επίμονο και σκεφτικό.  «Θέλετε λοιπόν στα αλήθεια να γίνετε καλά; Να επιστρέψετε στη χριστουγεν νιάτικη ατμόσφαιρα; Να γιορτάσουμε όλοι μαζί;», τον ρωτάει. 

«Σου είναι τόσο εύκολο λοιπόν να το κάνεις; Κάντο λοιπόν, εδώ είμαι!», βρο ντοφώναξε και η ηχώ της φωνής έσεισε την μεγάλη αίθουσα.  

Η Εύα αρκέστηκε να πάρει από τον σάκο της το μπλοκ μαζί με τα ξεχωριστά  μολύβια της. Κάθισε κάτω στο πάτωμα. Ξεκίνησε να σχεδιάζει με αφοσίωση στο χαρ τόνι της. Κανείς πίσω της δεν έβλεπε τι δημιουργούσε το 7χρονο κοριτσάκι με τόση  προσήλωση και προσοχή. Μάταια ο Άρχοντας προσπαθούσε να καταλάβει ρίχνοντας  λοξές ματιές εδώ κι εκεί. Σε λίγη ώρα τελείωσε και τότε σηκώθηκε. Ανέβηκε και ακού μπησε στο πόδι του βασιλιά λέγοντας του: 

«Ορίστε το δώρο μου! Καλά Χριστούγεννα! Σας εύχομαι να γίνετε καλά!». Αυτός τρέμοντας από την ανυπομονησία και την αγανάκτηση άρπαξε από τα  μικρά χεράκια της το χαρτί και αφέθηκε να το κοιτάει. Το σχέδιο της Εύας ήταν θαυ μάσιο. Είχε φτιάξει ένα μικρό κάστρο με το μολύβι της, λίγα δέντρα κι έναν μεγάλο  ήλιο στην αριστερή γωνία. Στο κέντρο του χαρτιού είχε σχεδιάσει δύο ανθρώπους,  τον βασιλιά και την βασίλισσα να κάθονται στο πάρκο έξω από το παλάτι.  Οι φιγούρες ήταν τόσο όμορφα σχεδιασμένες που ο Άρχοντας ξέχασε μεμιάς  τα νεύρα του. Παρατηρούσε αυτό το άψυχο χαρτί λες και τον μάγεψε! Του θύμισε  αμέσως ωραίες στιγμές με τη γυναίκα του. Τότε που τους αγαπούσε όλους! «Είχα ξεχάσει πόσο όμορφο ήταν το παλάτι…», μονολόγησε. 

«Ακόμη είναι! Θα δείτε! Δώστε διαταγή να σβήσουν όλες οι δάδες! Δήμητρα,  σειρά σου τώρα! Πάρε τα χρωματιστά μολύβια σου!», απάντησε η Εύα. Γύρισε στη φίλη της και μόλις το κοριτσάκι ανέβηκε κι αυτό στη πολυθρόνα και  κάθισε στο άλλο πόδι του ηλικιωμένου, η Εύα τον κοίταξε χαρούμενη. «Εγώ έκανα ότι έπρεπε, τώρα είναι σειρά της Δήμητρας! Θα βάλει τα όμορφα  χρώματα της στο σχέδιο γιατί έτσι θα ολοκληρωθεί! Διότι μόνη μου δεν μπορώ να  κάνω τίποτα, όμως μαζί με μία φίλη που με αγαπάει αληθινά, είμαστε ανίκητες!» . Οι δάδες έσβησαν και γέμισαν σκοτάδι. Μα καθώς η Δήμητρα γέμιζε χρώματα  το μπλοκ, κάτι μαγικό άρχισε να συμβαίνει! 

Δυνατός αέρας φύσηξε κι όλα τα παράθυρα άνοιξαν διάπλατα! Αμυδρές ακτί νες ήλιου φάνηκαν! Επιφωνήματα χαράς ακούστηκαν στην αίθουσα. Η Δήμητρα κό ντευε να τελειώσει τον χρωματισμό του σχεδίου και τώρα πια η αχανής αίθουσα είχε  γεμίσει με άπλετο φως, τόσο που σχεδόν τους ενοχλούσε στα μάτια! Ο ουρανός κα ταγάλανος κι όλοι πια ενθουσιασμένοι έτρεξαν να απολαύσουν την ωραία μέρα στο  κεντρικό μπαλκόνι, ακόμη κι ο βασιλιάς ξάφνου ένοιωσε μια ορμή σαν νέος άντρας!  

Κόσμος από το παλάτι αλλά κι από την πόλη είχε ήδη αρχίσει να μαζεύεται  κάτω στον μεγάλο μπροστινό κήπο της αυλής! Κοιτούσαν με περιέργεια και μία πρω τοφανή ευχαρίστηση, είχαν να νοιώσουν την θέρμη του ήλιου έξι χρόνια. Μα δεν ήταν  αυτή που ζέσταινε τώρα τον Γκρίζο Άρχοντα! Ήταν η ζεστασιά της αγάπης! Της φιλίας  των δύο μικρών κοριτσιών που κοιτούσαν η μία την άλλη χαρούμενες κι ευτυχισμένες! 

Ο παππούς Λεόντιος σκύβει στην Δήμητρα και της ψιθυρίζει στο αυτί: «Το ήξερα από την αρχή πως θα καταλάβαινες το λάθος σου και θα ενωθείτε  πάλι με την Εύα διότι κατά βάθος την αγαπάς, έτσι δεν είναι;». 

Ω ναι! Πόσο αγαπά την Εύα! Ούτε αυτή ξέρει πόσο πολύ! 

Η Δήμητρα ευτυχισμένη, σκέφτεται ότι τώρα θα έχει δύο παππούδες και με  περισσή χαρά αγκαλιάζει την Εύα! 

«Τώρα θα έχουμε δύο παππούδες μαζί, θέλεις;». 

Φυσικά και θέλει! Κουνάει καταφατικά το κεφάλι της, κάτω οι άνθρωποι επευ φημούν γεμάτοι χαρά τον βασιλιά τους. 

«Από σήμερα, ξεκινάει η γιορτή των Χριστουγέννων!», φωνάζει ο Άρχοντας. Το πλήθος από κάτω ζητωκραυγάζει και τον επευφημεί! 

«Εσείς τι είστε τελικά, για πείτε μου! Φίλες, συμμαθήτριες;» τις ρωτάει γλυκά. «Αδερφές!», φωνάζει η Δήμητρα με πρόσωπο που λάμπει από τη χαρά.  «Κι εσάς, πως σας λένε, λοιπόν;», ρωτάει η Εύα τον Άρχοντα. 

Κομπιάζει για λίγο ο βασιλιάς σα να ντρέπεται. Μα τώρα πια αισθάνεται τόσο  διαφορετικά! Τα δύο αυτά κοριτσάκια σχεδίασαν και ζωγράφισαν στην καρδιά του! «Φωτεινός…Φωτεινό με λένε μικρή μου. Και σε ευχαριστώ που με βοήθησες  να καταλάβω τι σημαίνει το όνομα μου! Κι εσύ και η εγγονή μου!». «Παππού, είμαστε και οι δύο εγγονές σου!», απαντά γελώντας η Δήμητρα.  Φυσικά και θα έρθουν να μείνουν όλοι μαζί. Οι γονείς της Εύας, της Δήμητρας,  ο παππούς Λεόντιος, όλοι είναι εκεί πια όταν σε λίγο καιρό που αναρρώνει ο Φωτεινός  με την φροντίδα της μητέρας της Εύας που είναι νοσοκόμα. Ο γιός του Λεόντιου και  η γυναίκα του στέφονται βασιλιάς και βασίλισσα, σε τελετή που οργανώνεται στο  πάρκο του παλατιού για όλο το βασίλειο! Το βασίλειο του Φωτεινού Άρχοντα πλέον!  Η Εύα και η Δήμητρα είναι πριγκίπισσες πλέον, αστράφτουν με τα καινούρια  τους φορέματα. Μα πιο πολύ από όλα λάμπει το χαμόγελο τους. «Ξέρετε, εγώ δεν θα σας φωνάζω πριγκίπισσες!», λέει γελώντας ο Άρχοντας. «Αλλά πως παππού;», ρωτάει πάντα ανυπόμονη η Δήμητρα. 

«Η Εύα είναι η Ζωγραφίτσα κι εσύ Δήμητρα μου είσαι η Χρωματούλα! Πως σας  φαίνεται ο τίτλος σας;». 

«Υπέροχος!», απαντούν κι οι δύο με μία φωνή και τον φιλούν στα μάγουλα. Κάπως έτσι, ίσως και λίγο διαφορετικά μα σίγουρα παραμυθένια, ο Γκρίζος Άρχοντας μεταμορφώθηκε στον πιο φωτεινό άνθρωπο του βασιλείου του! Κι από  κείνη την μέρα, κάθε παραμονή Χριστουγέννων, έκαναν γιορτή όλη την εβδομάδα! Και έζησαν αυτοί καλά….κι εμείς καλύτερα!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Περιμένουμε τις απόψεις σας!