Χριστουγεννιάτικο Τοπίο
Ο Σταύρος ξεφύλλισε με επιμέλεια την ατζέντα με τις προσεχείς υποχρεώσεις του. Ακόμη δεν είχε τελειώσει η σημερινή μέρα στο γραφείο του και η θέα των υποθέσεων που είχε αναλάβει του δημιουργούσε ένα αίσθημα πληρότητας καθόσον ήταν πολύ εργασιομανής, αλλά και ενδόμυχες ενοχές επειδή πλησίαζαν τα Χριστούγεννα και δεν ήταν όσο θα έπρεπε κοντά στην οικογένειά του.
Ξάφνου οι σκέψεις του άρχισαν να χορεύουν μέσα του. « Μπαμπά, τη Πέμπτη το απόγευμα έχουμε Χριστουγεννιάτικη γιορτή στο Φροντιστήριο Αγγλικών, θα είμαι ντυμένος άγγελος, θα έρθεις να με δεις;». Ακούει τη φωνή του Βασιλάκη , του εννιάχρονου γιού του. Δεν είχε απαντήσει και δεν είχε σηκώσει το βλέμμα του από το έγγραφο που διάβαζε. Ο μικρός είχε φύγει πατώντας στις μύτες των ποδιών του. Ύστερα όμως το ξανθό κεφαλάκι του, είχε προβάλλει πάλι στη πόρτα. « Μπαμπά, κοίταξε τι ζωγράφισα σήμερα στο σχολείο , να το βάλεις στο Γραφείο σου αύριο για να δείχνει πιο γιορτινό. Όλοι αυτοί οι φάκελοι, οι σφραγίδες και οι τόμοι των βιβλίων το κάνουν να φαίνεται βαρετό».
Θυμήθηκε ότι του απάντησε με μεγάλη αυστηρότητα, χωρίς να γυρίσει προς το μέρος του. «Βασίλη, δεν βλέπεις ότι είμαι πολύ απασχολημένος. Ωραία είναι η ζωγραφιά σου». Την πήρε και την έβαλε χωρίς να την κοιτάξει μέσα στη δερμάτινη τσάντα του. «Αυτά που αποκαλείς βαρετά χαρτιά είναι υποθέσεις για δίκες που αναλαμβάνω και θα έπρεπε να είσαι περήφανος και ευχαριστημένος που ο μπαμπάς σου έχει την εμπειρία να τις αναλαμβάνει και να τις χειρίζεται με υπευθυνότητα», του απάντησε όπως θα απαντούσε σε ένα συνεργάτη του και όχι σε ένα μικρό παιδί. Θεέ μου , σκέφτηκε , δεν διακρίνω το γιό μου από τους πελάτες μου. Ο μικρός Βασιλάκης χαμήλωσε τα μάτια του και με ένα ίχνος απογοήτευσης, τον καληνύχτισε ενώ προσπαθούσε με το αθώο μυαλουδάκι του, που ενθουσιαζόταν μόνο με φανταχτερά πράγματα και παιχνίδια, να καταλάβει πιο ήταν το λάθος του
Ο Σταύρος γύρισε τώρα και κοίταξε τη ζωγραφιά του γιού του που η γραμματέας του την είχε κρεμάσει απέναντι από το επιβλητικό γραφείο του. Σε ένα κατάλευκο χιονισμένο τοπίο με ψηλά έλατα το έλκηθρο του Άγιου Βασίλη με τους τάρανδους κυλούσε μαγικά πάνω στο απαλό χιόνι. Η καρδιά του σκίρτησε και αργότερα απάντησε με περηφάνια στον πελάτη του, όταν τον ρώτησε ποιός ήταν ο μικρός καλλιτέχνης. Ωστόσο το προηγούμενο βράδυ ο μικρός Βασίλης, είχε δει μια άλλη πλευρά του, ασυγκίνητη. «Γιατί το κάνω πάντα αυτό;» Αναρωτήθηκε καθώς συνειδητοποίησε πως μόνο όταν η μονοτονία της εργασίας τον καθηλώνει, μόνο τότε θυμάται με ευλάβεια τη χαρά της παιδικής αθωότητας του γιού του και μόνο τότε αναγνωρίζει την αξίας της και ότι ο μικρός γιός του είναι ολόκληρη η ζωή του. Όμως ο γιός του δεν είναι τότε μπροστά του για να δει τη λάμψη μέσα στα μάτια του.
Το βλέμμα του, σταμάτησε πάνω σε ένα κουτί τυλιγμένο με χρυσό χαρτί και δεμένο με μπλε κορδέλα. Ξαφνικά θυμήθηκε ότι η Λένα η ασκούμενη δικηγόρος, το πρωί του είχε πει ντροπαλά: «Είναι για σας, Καλά Χριστούγεννα», χωρίς να σηκώσει τα μάτια του από τον υπολογιστή , είχε πει ένα ξερό ευχαριστώ. Ντράπηκε όταν σκέφτηκε πόσο άβολα θα είχε αισθανθεί. Σηκώθηκε και άνοιξε το κουτί. Μια μουσική χιονόμπαλα με αστέρια και καμπανούλες τον γύρισε πίσω με τη λάμψη και τη μουσική της στο χρόνο που ήταν φοιτητές με τη γυναίκα του και ονειρεύονταν μπροστά στο στολισμένο δέντρο να βρεθούν μια μέρα σε ένα μαγικό χιονισμένο τοπίο οι δυο τους μαζί με το μικρό παιδί που θα αποκτούσαν.
Συγκινήθηκε και έκλεισε απότομα τους φακέλους του. Σηκώθηκε από τη μαύρη δερμάτινη πολυθρόνα του και πήγε να κλείσει τα στόρια των παραθύρων, όμως στάθηκε για μια στιγμή για να αγναντέψει τις δειλές ακτίνες του χειμωνιάτικου ήλιου και μόνο τότε πρόσεξε , μετά από δέκα ώρες εργασίας ότι ακριβώς απέναντί του υπήρχε η ομορφιά και το τοπίο που πάντα ονειρευόταν. Το δέντρο στη Πλατεία Συντάγματος φωτισμένο με χιλιάδες λαμπιόνια, τα λουλούδια και τα φυτά στολισμένα με αναμμένα λαμπάκια, καμπανούλες, αστεράκια, αγγελάκια, δημιουργούσαν μια ατμόσφαιρα χαράς και αγαλλίασης. Στη διαδρομή του περπατώντας, ανακατεύτηκε με το εορταστικό πλήθος, συνεχίζοντας τους συλλογισμούς του.
Σταμάτησε σε μια βιτρίνα και ύστερα μπήκε στο μεγάλο κατάστημα και αγόρασε τον πιο μεγάλο και ωραίο Άγιο Βασίλη , δυο ξωτικά, ένα ελαφάκι και ένα φωτεινό αστέρι. Ύστερα κάθισε σε ένα παγκάκι και παρατηρούσε τους περαστικούς που περνούσαν χαρούμενοι κρατώντας τσάντες με δώρα και τα μικρά παιδιά που συζητούσαν με ενθουσιασμό για τις γιορτές , τα δώρα, τα κάλαντα και τη μαγική διαδρομή του Άγιου Βασίλη .Διαπίστωσε ότι αυτός ο ζήλος και ο ενθουσιασμός δεν υπήρχε στα άτομα της ηλικίας του, που επιδίδονταν σε ένα κυνήγι πτυχίων , συνεδρίων , σεμιναρίων και επαγγελματικών ταξιδιών.
Οι πιο απλές ομορφιές της ζωής ο ήλιος, η βροχή , το χιόνι, τα αστέρια, οι γιορτές, με εγκατέλειψαν παραδέχθηκε από τότε που ανέλαβα μόνος μου τη δικηγορική εταιρεία. Κατάλαβε ότι όλα αυτά τα επιτεύγματα για τα οποία συναγωνίζονται οι άνθρωποι της ηλικίας τους φαντάζουν τόσο μακρινά στα μικρά παιδιά και σε νέους που το πνεύμα τους είναι απαλλαγμένο από διακρίσεις και όλα τα πράγματα και όλοι οι άνθρωποι φαίνονται ξεχωριστοί και μοναδικοί με το δικό τους τρόπο. Πώς να ακούγονται όλα αυτά σε ανθρώπους που προτεραιότητά τους είναι ο εποικοδομητικός χρόνος μεταξύ τους, η ανταλλαγή δυνατών συναισθημάτων και που διαθέτουν την σπάνια δυνατότητα να συμφιλιώνονται ύστερα από κάθε ανούσιο καβγά; Άραγε οι γιορτές όπως τα Χριστούγεννα, η Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνεια για αυτά τα πράγματα δεν είναι;
Άνοιξε τη μεγάλη τσάντα και το γελαστό πρόσωπο του Άγιου Βασίλη φωτίστηκε από το μεγάλο αστέρι που κρέμονταν. Κοίταξε τα μικρά ξωτικά και τότε πήρε την απόφασή του. Ψηλάφισε τις τσέπες του σακακιού του, βρήκε το κινητό του τηλέφωνο και σχημάτισε ένα αριθμό.
« Καλησπέρα Δημήτρη, πήρα να σου πω να μη με περιμένεις στο αεροδρόμιο την Πέμπτη , δεν θα έρθω μαζί σου».
«Γιατί Σταύρο, τι σε έκανε να αλλάξεις γνώμη, το Συνέδριο αυτό είναι πολύ σημαντικό», απόρησε ο Δημήτρης.
«Την Πέμπτη έχω πιο σημαντικά και ενδιαφέροντα σχέδια, ο μικρός μου γιός , ο Βασιλάκης, θα ντυθεί ΄αγγελος και τη Παρασκευή θα στολίσω το δέντρο και όλο το σπίτι με όλες τις Χριστουγεννιάτικες φιγούρες . Μια φορά μόνο ο γιός μου θα είναι εννιά χρονών. Τα σεμινάρια, τα Συνέδρια και οι δίκες δεν τελειώνουν ποτέ».
«Και το Σάββατο, τι θα κάνεις το Σάββατο», ρώτησε με απογοήτευση ο Δημήτρης
«Το Σάββατο θα πάω μαζί με τη γυναίκα μου και τον μικρό γιό μας στην Ελάτη Τρικάλων, να αφεθώ μαζί τους στη μαγεία του χιονιού και εκεί στο μύλο των ξωτικών, θα ευχηθώ να βρω και πάλι τη παιδική μου ξεγνοιασιά, τον ενθουσιασμό και τη χαρά για τα απλά πράγματα που μπορώ να κάνω με τους πιο σημαντικούς ανθρώπους της ζωής μου.
«Εντάξει Σταύρο, εσύ ξέρεις καλύτερα» του απάντησε ο Δημήτρης.
Αργότερα στο σπίτι αγκάλιασε τον μικρό Βασίλη που χαρούμενος άνοιγε μια –μία τις τσάντες με τα δώρα και είπε στη Ισμήνη , τη σύζυγό του για τη ματαίωση του ταξιδιού του. Της ζήτησε όμως να μη πει τίποτε . Ο Βασιλάκης θα ζούσε όλες τις χαρές και τις εκπλήξεις που του ετοίμαζε ο Άγιος Βασίλης και θα έβλεπε τις ευχές του να γίνονται πραγματικότητα .
ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΜΑΓΚΑΝΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Περιμένουμε τις απόψεις σας!