Συνέντευξη με τη λογοτέχνιδα Γεωργία Κιζιρίδου - ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ - ΚΕΦΑΛΟΣ

To Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς για το βιβλίο, τη λογοτεχνία, την ποίηση, τους λογοτέχνες και τις τέχνες.

ΝΕΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2021

Συνέντευξη με τη λογοτέχνιδα Γεωργία Κιζιρίδου - ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ



Ο «ΚΕΦΑΛΟΣ - Το Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλονιάς» έχει ξεκινήσει μία νέα δράση με τίτλο: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ» (ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ 5ο ΤΟΜΟ γίνονται δεκτές έως τις 31/12/2021 - ΥΠΟΒΟΛΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ: ΕΔΩ) και προσκαλεί όλους τους Λογοτέχνες, Ποιητές και Συγγραφείς να συμμετάσχουν σ' αυτήν. Σκοπός της εν λόγω δράσης είναι η προβολή μέσω αφιερωμάτων και συνεντεύξεων των σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών, Ποιητών και Συγγραφέων, είτε έχουν εκδώσει κάποιο βιβλίο είτε όχι και η δημιουργία του τέταρτου τόμου της «Εγκυκλοπαίδειας των Σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών», η οποία έχει συσταθεί σε μία ανεξάρτητη ιστοσελίδα με τη μορφή ηλεκτρονικών τόμων και την έκδοση δωρεάν e-book.

Στη σημερινή μας παρουσίαση στα πλαίσια της δράσης: «ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΕΣ», θα σας παρουσιάσουμε τη λογοτέχνιδα, Γεωργία Κιζιρίδου, η οποία συμμετέχει στην «Εγκυκλοπαίδεια Σύγχρονων Ελλήνων Λογοτεχνών» και απάντησε στις ερωτήσεις του Δημοσιογράφου, Λογοτέχνη και Εκδότη του Περιοδικού Κέφαλος, κ. Πλούταρχου Πάστρα, για το λογοτεχνικό της έργο, τα βιβλία και τη λογοτεχνία. 


ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΙΖΙΡΙΔΟΥ


1. Αν έπρεπε να δώσετε έναν ορισμό για τη λογοτεχνία, ποιος θα ήταν αυτός;

Λογοτεχνία ετυμολογικά σημαίνει η τέχνη του λόγου, δηλαδή η δυνατότητα μέσα από τις λέξεις να γίνει κάποιος δημιουργικός και να να πειραματιστεί ανάμεσα στο φανταστικό και στο ρεαλιστικό.

2. Τι μπορεί να προσφέρει η λογοτεχνία στο σύγχρονο άνθρωπο;

Η λογοτεχνία είναι στην κυριολεξία μορφή θεραπείας είτε όταν ένα άτομο διαβάζει βιβλία λογοτεχνίας, είτε όταν συγγράφει. Δεν είναι τυχαίο πως υπάρχει και επίσημα ο όρος «βιβλιοθεραπεία» στο πλαίσιο της ψυχολογικής υποστήριξης ατόμων με συναισθηματικές ή και συμπεριφορικές δυσκολίες, με την έννοια ότι προτείνονται αναγνώσματα που μπορεί ο καθένας να ταυτιστεί. Επίσης, η δημιουργική γραφή προσφέρει πολλαπλά οφέλη, όπως είναι η συναισθηματική αποφόρτιση και η μετουσίωση αρνητικών βιωμάτων σε δημιουργία. Η λογοτεχνία επομένως είναι μια μορφή τέχνης που απευθύνεται σε όλους ανεξαιρέτως και μπορεί να βελτιώσει την ποιότητα ζωής, αλλά και την ανάπτυξη συναισθηματικών δεξιοτήτων.

3. Η ποίηση στις ημέρες μας δεν έχει τη θέση που κατείχε παλαιότερα. Για ποιο λόγο πιστεύετε πως συμβαίνει αυτό και πως θεωρείτε ότι θα είναι το μέλλον της;

Κατά τη γνώμη μου η ποίηση έχει διαχρονική αξία. Μπορεί να μην είναι ευρέως διαδεδομένη αυτή την περίοδο και ίσως αναφερόμαστε σε συγκεκριμένα είδη ποίησης, αλλά η αίσθησή μου είναι ότι πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα αγαπούν τόσο να διαβάζουν, όσο και να γράφουν ποίηση.
 
4. Και τώρα μία δύσκολη ερώτηση. Τι σημαίνει για σας ποίηση;

Ποίηση είναι η δημιουργία νοήματος μέσω της αφαίρεσης. Δηλαδή, μέσω της σύνθεσης αφηρημένων λεκτικών εννοιών να παραχθεί ένα κείμενο αυτοτελές με στόχο την επικοινωνία σκέψεων και συναισθημάτων με το κοινό. 

5. Πότε ξεκινήσατε ν’ ασχολείστε με την τέχνη του λόγου και ποιος ήταν ο λόγος που σας παρότρυνε;

Η αλήθεια είναι πως γράφω από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Το κίνητρο ήταν πάντα εσωτερικό, γιατί είχα την ανάγκη να επικοινωνήσω μέσω των γραπτών μου με τους άλλους ανθρώπους, αλλά δεν ήθελα να περιοριστώ στο στενό μου περιβάλλον. Η λογοτεχνία δίνει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει κάποιος με το ευρύ κοινό και να ξεκινήσει ένας διάλογος ανατροφοδότησης που θα οδηγήσει σε εκ νέου δημιουργήματα.

6. Γιατί γράφετε;

Όπως προανέφερα η γραφή είναι μορφή επικοιννωνίας για εμένα με τον κόσμο. Επίσης, μου δίνεται η δυνατότητα να σκιαγραφήσω ήρωες και να σκηνοθετήσω καταστάσεις που μπορεί να βασίζονται σε αληθινά γεγονότα. Όμως κατά τη συγγραφή έχω το δικαίωμα να πειραματιστώ και να μεταλλάξω κάποια στοιχεία στην πλοκή και στους ήρωες. 

7. Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας; 

Η κύρια πηγή έμπνευσής μου είναι τα βιώματά μου, γεγονότα που με σημάδεψαν, σε κάποιες περιπτώσεις με τραυμάτισαν, αλλά και η τρέχουσα επικαιρότητα.

8. Με ποιο λογοτεχνικό είδος ασχολείστε περισσότερο;

Με την παιδική λογοτεχνία, αλλά και με τα διηγήματα.

9. Μιλήστε μας για το λογοτεχνικό σας έργο.

Τον Ιούνιο του 2020 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Grotesque του ομίλου Ελκυστίς το παιδικό βιβλίο «Το αγόρι που ήθελε μόνο να χορεύει», καθώς και η διασκευή του σε θεατρικό έργο. Από την άλλη, συμμετέχω στην ποιητική ανθολογία «Πόλεων ποιήσεις» από τις Χρόνος εκδόσεις (2020), καθώς και στο βιβλίο με τίτλο «Αόρατα όρια» από τις εκδόσεις Ηδυέπεια, που είναι οδηγός συμβουλευτικής για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών.

10. Πείτε μας λίγα λόγια για το τελευταίο σας βιβλίο με τίτλο: «Το αγόρι που ήθελε μόνο να χορεύει».

Πρόκειται για ένα παιδικό βιβλίο που πραγματεύεται το ζήτημα του σχολικού εκφοβισμού σε συνάρτηση με τις έμφυλες ταυτότητες, το δικαίωμα στην ελευθερία και στη δύναμη της φιλίας. Απευθύνεται σε μαθητές από 10 ετών και άνω, αν και έχω λάβει πολύ θετική ανατροφοδότηση και για μικρότερες ηλικιακές ομάδες. Το βιβλίο έχει διασκευασθεί και σε θεατρική μορφή. Ο στόχος ήταν εξ’ αρχής να μην αποτελέσει άλλο ένα βιβλίο μυθοπλασίας για το σχολικό εκφοβισμό, αλλά ένα πλήρες εκπαιδευτικό πακέτο για μαθητές, γονείς, εκπαιδευτικούς και θεραπευτές παιδιών και εφήβων, καθώς εμπεριέχει ένα παράρτημα με ενδεικτικές βιωματικές δράσεις κι ένα άλλο παράρτημα με χρήσιμες πληροφορίες για θέματα που άπτονται της παιδικής προστασίας. Η ιδέα του βιβλίου έχει τη βάση της σε ένα παζλ από αληθινά γεγονότα που προέκυψαν μέσα από την εκπαιδευτική/ θεραπευτική  δουλειά μου με παιδιά και εφήβους, αλλά και μέσα από αφηγήσεις ενηλίκων που ανακαλούσαν πληροφορίες είτε ως θύτες, είτε ως θύματα κατά την παιδική τους ηλικία.

11. Ποια είναι η αγαπημένη σας ώρα μέσα στην ημέρα που κάθεστε και γράφετε;

Προτιμώ τις απογευματινές και βραδινές ώρες που θα έχω διεκπαιρεώσει άλλες δουλειές της καθημερινής ρουτίνας και θα έχω χρόνο να αφοσιωθώ στη συγγραφή.

12.  Πως είναι η ζωή ενός λογοτέχνη στα χρόνια της κρίσης;

Πολύ δημιουργική. Πιστεύω ακράδαντα ότι η κρίση είναι μια ευκαιρία για ανασυγκρότηση, αναπροσαρμογή και αναγέννηση.

13. Πως θα χαρακτηρίζατε τη λογοτεχνική παραγωγή σήμερα;

Είναι ιδιαιτερα γόνιμη περίοδος, καθώς βλέπουμε ότι υπάρχει παραγωγή λογοτεχνικών έργων όλων των ειδών.

14. Ποιο θεωρείτε πως είναι το μυστικό της επιτυχίας ενός Best Seller;

Σίγουρα η ανοιχτή επικοιννωνία με τους αναγνώστες. Χωρίς τους αναγνώστες δε θα είχαμε τη δυνατότητα να βελτιωθούμε μέσα από την καλοπροαίρετη κριτική τους!

15. Αν έπρεπε να επιλέξετε ανάμεσα στο έντυπο ή στο ηλεκτρονικό βιβλίο, εσείς ποιο θα επιλέγατε; 

Είμαι λίγο παραδοσιακή αναγνώστρια και συγγραφέας, επομένως προτιμώ το έντυπο βιβλίο. Ωστόσο, δεν μπορούμε να αγνοούμε τις τάσεις της εποχής και σας αποκαλύπτω ότι αυτή την στιγμή είναι υπό έκδοση μια συλλογή διηγημάτων μου με τη μορφή του ηλεκτρονικού βιβλίου. Λόγω της καραντίνας έχω διαπιστώσει ότι το αναγνωστικό κοινό πλέον αποζητά το ηλεκτρονικό βιβλίο για εξοικονόμηση χρόνου.

16.  Ποια συμβουλή θα δίνατε σ’ ένα νέο λογοτέχνη;

Θα έλεγα να τολμήσει να κάνει το βήμα της έκδοσης των συγγραμμάτων του, γιατί το συγγραφικό ταξίδι μπορεί να έχει δυσκολίες και εμπόδια, έχει όμως και πολλές θετικές εμπειρίες. Ο τολών νικά επομένως!

17. Τώρα ας περάσουμε στην πλευρά του αναγνώστη. Ποιο είναι το τελευταίο βιβλίο που διαβάσατε;

Αυτή την στιγμή διαβάζω το βιβλίο της Hishlop «Όσοι αγαπιούνται». Στον ελεύθερό μου χρόνο τον τελευταίο χρόνο μου αρέσει να διαβάζω Αστυνομική λογοτεχνία. Το τελευταίο αστυνομικό μυθιστόρημα που διάβασα ήταν «Η σιωπηλή ασθενής».

18. Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς;

Διαβάζω όλα τα βιβλία της Βαμβουνάκη και της Παπαδάκη.

19. Ποια είναι τ’ αγαπημένα σας βιβλία;

Μου είναι τόσο δύσκολο να επιλέξω, αφού είναι τόσα πολλά που μου αρέσουν. Θα ξεχωρίσω λοιπόν ένα βιβλίο της κας Παπαδάκη «Το σκισμένο ψαθάκι» κι ένα βιβλίο της κας Βαμβουνβάκη «Η μοναξιά είναι από χώμα».

20. Τελευταία ερώτηση. Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια στο χώρο της λογοτεχνίας;

Θα ήθελα να παραμείνω ενεργή στο χώρο της λογοτεχνίας. Αυτή την στιγμή είναι υπό έκδοση, όπως προανέφερα, μια ατομική συλλογή διηγημάτων, αλλά και μια ανθολογία διηγημάτων στην οποία συμμετέχω με 3 διηγήματα. Υπάρχουν σχέδια για τη μετάφραση του παιδικού βιβλίου «Το αγόρι που ήθελε μόνο να χορεύει» στην ιταλική γλώσσα. Τέλος, αυτή την στιγμή γράφω ένα βιβλίο που άπτεται του χώρου της παιδοψυχολογίας και πρόκειται να εκδοθεί την προσεχή χρονιά.


*     *     *

ΖΩΗ ΣΕ ΥΠΟΘΗΚΗ...
(της Γεωργίας Κιζιρίδου)

Βρίσκομαι στα Δικαστήρια Θεσσαλονίκης εν αναμονή της δίκης μου. Μια υπόθεση που όπως έμαθα από το δικηγόρο μου τάραξε τα νερά. Ο Εισαγγελέας πρότεινε την ψυχιατρική μου αξιολόγηση από ειδικό πραγματογνώμονα του Υπουργείου Δικαιοσύνης. Κάθομαι σε μια αίθουσα μικρή και ενώ έξω έχει ζέστη, εγώ κρυώνω, κρυώνω πολύ…. και φοβάμαι. Φοβάμαι το άγνωστο… φοβάμαι εμένα… φοβάμαι τον κόσμο όλο. Δεν έχω ξαναζήσει ανάλογη εμπειρία. Άλλωστε είμαι 20 χρονών… Υπό άλλες συνθήκες θα έλεγε κάποιος ότι έχω όλη τη ζωή μπροστά μου… Τώρα όμως εγώ λέω στον εαυτό μου πως έχω μια ζωή σε υποθήκη. Δεν ξέρω αν τελικά είναι όλα θέμα προσωπικής επιλογής ή αν καμιά φορά οι συνθήκες σε αναγκάζουν να φερθείς αλλόκοτα και ανεξήγητα. Ακόμα ηχεί η κραυγή της γειτόνισσας στα αυτιά μου. «Είσαι ένα τέρας». Φώναξε τόσο πολύ που για μια στιγμή νόμιζα πως δε θα ξανακούσω. Ήθελα να φωνάξω κι εγώ, όμως δεν είχα τη δύναμη. Το ίδιο μου το σώμα δεν ακολουθεί τις σκέψεις μου. Δυσκολεύομαι να συγχρονιστώ. Για την ακρίβεια δεν μπορώ να νιώσω το σώμα μου, γιατί έχω μουδιάσει από το φόβο. 
«Τέρας», «φρικιό», «ψυχανώμαλη», «τρελή»…. Για τον κόσμο και τη γειτονιά είμαι αυτό που βλέπουν. Ίσως και να έχουν δίκιο. Μπορεί κι εγώ στη θέση τους να έλεγα τα ίδια… και χειρότερα. Για τον εαυτό μου πλέον δεν έχω ιδέα. Μόνη. Αυτό μάλλον είμαι. Τελείως μόνη. Ακόμα και η συνείδησή μου με έχει εγκαταλείψει. Το μόνο που μου έχει απομείνει είναι οι λαθραίες και φευγαλέες σκέψεις μου. Μάλλον από εδώ και πέρα θα πρέπει να μάθω να συντροφεύω με τον εαυτό μου, τις σκέψεις μου, τους εφιάλτες μου. Ακόμα δεν κατάφερα να κλάψω. Ούτε να φωνάξω. Έχω δύο μέρες και δύο νύχτες να κοιμηθώ. Κι όμως δε νιώθω κούραση καμιά. Λες και το σώμα μου είναι από σίδερο. Προστασία ή τιμωρία; Ούτε αυτό δεν μπορώ να το απαντήσω ακόμα.
Προφυλακιστέα. Αυτή τη στιγμή έχω κριθεί προφυλακιστέα. Έχω ήδη καταθέσει στην ανακρίτρια. Μετά από 9 μήνες ήταν η πρώτη φορά που μπόρεσα να πω αλήθειες. Καταπίεση και ανακούφιση. Σα να ξέρασα από μέσα μου ό,τι βρωμιά είχε μαζευτεί τόσο καιρό. Λένε πως η αλήθεια σώζει… Επίσης λένε ότι η αλήθεια πονάει… Αλήθεια είναι και τα δύο. Δύσκολο πράγμα να ομολογήσεις δυνατά αλήθειες που αφορούν εσένα. Το εύκολο είναι να μιλήσεις για άλλους ή για θέματα που δεν σε αγγίζουν προσωπικά. Ομολόγησα… Τα είπα όλα με κάθε λεπτομέρεια. Σα να ήθελα να τα πω κάπου για να φύγει από πάνω μου το κακό. Μπορεί ένας μη κακός άνθρωπος να κάνει κακές πράξεις; Ψιλά γράμματα αυτή την ώρα. Η συνείδησή μου μάλλον παίζει παιχνίδια μαζί μου. Για να με διασκεδάσει… ή για να με ταπεινώσει… Μπορεί και τα δύο μαζί.
Στην αίθουσα μπήκε ένας άντρας με ένα φάκελο. Προφανώς είναι ο ψυχίατρος που περιμένω. Ανταλλάσσει κουβέντες με τους δικαστικούς υπαλλήλους. Δεν μπορώ να ακούσω τι λένε. Φοβάμαι για άλλη μια φορά. Φοβάμαι τον άγνωστο και το άγνωστο. Με πλησιάζει. Φαίνεται ευγενικός. Φοράει γυαλιά και έχει μούσι. Κάθεται απέναντί μου. Ειλικρινά δεν ξέρω πλέον ούτε πώς φαίνομαι, ούτε τι εντύπωση δίνω. Περιμένω να ξεκινήσει η διαδικασία.
-Καλησπέρα σας. Είμαι ο Γιάννης Ξενόπουλος, ψυχίατρος και ύστερα από αίτημα του Εισαγγελέα που έχει αναλάβει την υπόθεσή σας έχω διοριστεί ως ειδικός πραγματογνώμονας από το Υπουργείο Δικαιοσύνης για να καταθέσω συμπληρωματικά στοιχεία για την ψυχική σας υγεία, τα οποία θα ληφθούν  σοβαρά υπόψη για την ολοκλήρωση της δίκης σας. Θα σας απευθύνω ορισμένες ερωτήσεις που αφορούν εσάς και θα εστιάσουμε στις κατηγορίες που σας έχουν απαγγελθεί. Είστε έτοιμη να ξεκινήσουμε;
- Έτοιμη.
Στην πραγματικότητα δεν ήμουν ποτέ έτοιμη για τίποτα. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ανέβαλα τα πάντα. Ακόμα και τα ραντεβού με τις φίλες μου. Αναποφάσιστη. Μια ζωή δειλή και αναποφάσιστη.
-Πείτε μου μερικά πράγματα για εσάς, ώστε να γνωριστούμε καλύτερα και να μπορέσουμε να προχωρήσουμε τη συζήτησή μας.
-Με λένε Δέσποινα Ανδρέου και είμαι φοιτήτρια Βιβλιοθηκονομίας στο ΤΕΙ της Σίνδου. Εργάζομαι περιστασιακά σε διάφορα καφέ για να αλαφρώσω οικονομικά τη μητέρα μου.  Τα τελευταία 20 χρόνια μένω στα Διαβατά με τη μητέρα μου. Τον πατέρα μου τον έχω δει μια και μοναδική φορά όταν έγινα 18 χρονών. Από τότε δεν τον ξαναείδα. Τι άλλο θέλετε να μάθετε για μένα;
-Γνωρίζετε το λόγο για τον οποίο κατηγορείστε;
-Πριν μία εβδομάδα έφερα στον κόσμο το παιδί μου και το πέταξα στον κάδο απορριμμάτων. Έμαθα ότι πέθανε από ασφυξία και ασιτία. Κατηγορούμαι για το φόνο του νεογέννητου παιδιού μου.
-Θυμάστε λεπτομέρειες από το συμβάν; Μπορείτε να εξηγήσετε πώς φθάσατε στο σημείο να πετάξετε το νεογέννητο βρέφος στα σκουπίδια;
Θυμάμαι. Δυστυχώς δε θα ξεχάσω ποτέ. Λένε πως υπάρχει το μητρικό ένστικτο και πως η μάνα βρίσκει τη δύναμη να προστατέψει το μωρό της ακόμα κι αν η ίδια βρίσκεται σε άθλια κατάσταση. Λένε επίσης πως μόλις μια γυναίκα γίνεται μάνα είναι σα να ξαναγεννιέται για δεύτερη φορά. Γεννιέται μαζί με το παιδί της. Θυμάμαι τους αφόρητους πόνους, τα ουρλιαχτά στην μπανιέρα, τα αίματα… Θυμάμαι πως πρωτοαντίκρισα το παιδί μου και είμαι σίγουρη πως με κοίταξε…. Και το κοίταξα κι εγώ… κι ήταν λες και κάναμε μια συμφωνία μυστική που θα την ξέραμε μόνο οι δυο μας. Θα το πετούσα στα σκουπίδια για να γλιτώσει όλο τον πόνο και τη δυστυχία που θα ζούσε αν θα ήταν ζωντανό. Θυμάμαι πως εκείνη τη στιγμή υποσχέθηκα στον εαυτό μου και στο μωρό πως δε θα επιτρέψω σε κανένα να το πει «νόθο» ή «μπάσταρδο». Θυμάμαι πως ήθελα τόσο να το πάρω στην αγκαλιά μου και να κλάψω μαζί του, αλλά ήταν ήδη πολύ αργά για μελοδραματικές καταστάσεις.
-Πριν ένα χρόνο έκανα σχέση με έναν καθηγητή μου από το Τμήμα μου. Ήταν παντρεμένος και το ήξερα από την αρχή της σχέσης μας. Δε θέλω ακόμα και τώρα να πω το όνομά του. Όταν έμεινα έγκυος και το κατάλαβα του το είπα κατευθείαν. Ένιωθα πως ήθελα κάτι δικό του. Δε με πείραζε που ήταν παντρεμένος. Ούτε η διαφορά ηλικίας. Ήμουν ξεκάθαρα ερωτευμένη μαζί του. Ο ίδιος θύμωσε. Μου μίλησε άσχημα. Χυδαία. Είδα ένα πρόσωπο που δεν είχα ξαναδεί. Σάστισα. Δεν το περίμενα. Ο μέντοράς μου είχε μετατραπεί σε δυνάστη. Ήταν κάθετος. Έπρεπε να το ξεφορτωθώ. Και δεν έπρεπε να μάθει κανείς τίποτα. Ειδικά η γυναίκα του, τα παιδιά του, οι συμφοιτητές μου και οι συνάδερφοί του. Έπρεπε με κάθε τρόπο να προστατέψει την εικόνα που με τόσο κόπο είχε χτίσει. Έκλεισα ραντεβού στο γυναικολόγο. Δεν μπορούσα ούτε τη λέξη να πω. Έκτρωση. Με στοίχειωνε. Δεν προχώρησα τη διαδικασία. Υπήρχε ακόμα η ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξει και θα πάνε καλά τα πράγματα. Προσπάθησα να μιλήσω στη μητέρα μου. Από μικρή ήταν αυστηρή μαζί μου. Μου τόνιζε συνέχεια να προσέχω τους άντρες, γιατί το μόνο που θέλουν είναι να εκμεταλλευτούν μια γυναίκα. Για τον πατέρα μου έλεγε πως ήταν ένα ανεύθυνο γουρούνι που εξαφανίστηκε την τελευταία στιγμή. Ήταν πολύ θυμωμένη η μητέρα με τους άντρες. Πέρασε δύσκολα. Θυμωμένη και κουρασμένη μαζί. Γι’ αυτό και ξεσπούσε πάνω μου. Κάθε μέρα ορκιζόμουν πως θα τη μιλήσω ως γυναίκα προς γυναίκα. Κάθε μέρα ευχόμουν να βρω τη δύναμη να ξεστομίσω όλη την αλήθεια και η μητέρα μου να με καταλάβει. Περνούσε ο καιρός…. Και το μωρό μεγάλωνε…. Μαζί με τις ενοχές μου… Άρχισε το σώμα μου να αλλάζει… Με έπιασε μια εμμονή πως αυτό το μωρό πρέπει να το γεννήσω, αφού δεν μπόρεσα να το ρίξω. Έστησα ολόκληρο πλάνο για το πώς θα το κρατήσω κρυφό. Μόνο στην κολλητή μου το είπα. Ήθελα με κάποιον να το μοιραστώ. Οι μήνες περνούσαν. Άρχισα να βαραίνω. Σταμάτησα να πηγαίνω στη Σχολή. Από ντροπή; Από αμηχανία; Για λόγους αξιοπρέπειας; Δεν ξέρω. Ίσως γιατί ήθελα να προστατέψω τον πατέρα του. Σταμάτησα κι από τη δουλειά στο καφέ. Δεν έβγαινα πλέον έξω. Φορούσα φαρδιά ρούχα κι έκανα τα πάντα για να μείνει κρυφή αυτή η εγκυμοσύνη. Ήταν λες και έπαιζα κλέφτες κι αστυνόμους με τον εαυτό μου, τη γειτονιά, τη μητέρα μου…. Με όλους. Ώσπου την προηγούμενη εβδομάδα με έπιασαν οι πόνοι. Πανικοβλήθηκα. Δεν ήξερα τι να κάνω. Η μητέρα μου έλειπε στη δουλειά και η φίλη μου ήταν στη Σχολή. Μπήκα στην μπανιέρα. Από ένστικτο έσπρωχνα και ούρλιαζα. Προσπαθούσα να μη φωνάζω για να μην με ακούσει η γειτονιά. Η γειτονιά… Τι θα έλεγε η γειτονιά; Το «μπάσταρδο» γέννησε ένα άλλο «μπάσταρδο»… «Μη φωνάζεις… Μόνο σπρώχνε….» είπα στον εαυτό μου. Σε λίγο όλα θα τελείωναν…
Δάκρυα… Μετά από μία εβδομάδα έκλαψα. Χωρίς να το καταλάβω. Ζαλιζόμουν πολύ κι ένιωθα να τελειώνει ο αέρας γύρω μου. Δυσκολεύομαι να πάρω ανάσα. Ποια είμαι; Τι έκανα; Είμαι ο ορισμός της μη-τέρας. Σκότωσα το παιδί μου. Είμαι δολοφόνος… Νιώθω να γυρίζουν όλα γύρω μου. Μήπως πεθαίνω; Λύτρωση…. Μετά από το φόβο θα έρθει η λύτρωση… Πρέπει να το αντέξω όλο αυτό γιατί θα λυτρωθώ… Τελικά, ο θάνατος είναι η μόνη και σίγουρη λύση για μένα.
-Είστε καλά; Μπορείτε να συνεχίσετε;
-Μάλιστα. 
-Γεννήσατε μόνη στην μπανιέρα του σπιτιού σας χωρίς καμία βοήθεια;
-Μετά από 8 συνεχόμενες ώρες από αφόρητους πόνους τελικά γέννησα. Δεν ήξερα τι πρέπει να κάνω. Λειτούργησα όπως ακριβώς ένα ζώο σε αντίστοιχη περίπτωση. Έκοψα τον ομφάλιο λώρο και πέταξα τον πλακούντα στη λεκάνη της τουαλέτας. Μου έπεσε το μωρό στην μπανιέρα. Τη μάνα είμαι εγώ; Δεν μπορώ ούτε καν να κρατήσω το μωρό μου στην αγκαλιά μου. Πώς θα το μεγαλώσω; Έκλαψε… Έκλαψε δυνατά σα να μου μιλούσε. Αίματα παντού. Τι θα πει η μάνα όταν γυρίσει από τη δουλειά; Τύλιξα το μωρό σε μια κουβέρτα. Καθάρισα τα αίματα από το μπάνιο. Ζαλιζόμουν. Ανάμεσα στα πόδια μου έτρεχε αίμα. Πανικοβλήθηκα. Δεν μπορούσα να καθίσω από τον πόνο. Τι έκανα; Ντρόπιασα τη μητέρα μου και τον εαυτό μου. Αποφάσισα πως δεν μας άξιζε κάτι τέτοιο. Σε καμιά μας. Ούτε σε μένα, ούτε στη μητέρα μου, ούτε στην κόρη (μου). Θα έβαζα μια τελεία σε όλα όσα είχαμε περάσει κι εγώ και η μητέρα μου. Το μωρό αυτό θα ήταν λάθος να μεγαλώσει όπως μεγάλωσα εγώ. Το έβαλα σε μια σακούλα. Προσποιήθηκα ότι πήγα να πετάξω τα σκουπίδια στη γειτονιά. Να μη μάθει η γειτονιά τίποτα. Αυτό ήταν το πιο σημαντικό. Και να μην είναι το μωρό το ίδιο άτυχο με εμένα.
-Σκεφτήκατε ποτέ να δώσετε το μωρό για υιοθεσία; Ή έστω να το αφήσετε έξω από κάποιο σπίτι, ώστε να το φροντίσει κάποιος άλλος;
-Εκείνη τη στιγμή ήθελα να ξορκίσω το κακό. Δεν ήμουν σίγουρη αν όντως θα πέθαινε το μωρό. Μπορεί βαθιά μέσα μου να ήλπιζα να το βρει κάποιος και να το φροντίσει, αλλά χωρίς να το ξέρω. Με κάποιο τρόπο μαγικό. 
-Έχετε μετανιώσει για την πράξη σας;
Παύση…. Κενό… Σα να μη γνωρίζω καμία γλώσσα στον κόσμο για να μιλήσω. Θέλω να πω τόσα πολλά και τίποτα ταυτόχρονα. Δε συνεργάζεται το σώμα μου. Νιώθω να καταρρέω. Πρέπει να έχω πυρετό. Θέλω να πω πως αυτό το μωρό το αγάπησα, αλλά μίσησα πιο πολύ τον εαυτό μου. Πώς να δώσεις αγάπη όταν είσαι μέσα σου σαν ηφαίστειο έτοιμο να εκραγεί; Θυμός… Τόσος θυμός τόσα χρόνια δημιούργησε ένα καρκίνωμα στην ψυχή μου που έκανε μετάσταση στο μωρό. Το μωρό πλήρωσε για τα λάθη όλων των υπολοίπων… Μήπως γλύτωσε από τα λάθη όλων μας; 
-Ναι, έχω μετανιώσει. Αν γύριζα το χρόνο πίσω δε θα το ξαναέκανα. Όμως πλέον είναι αργά… Λυπάμαι πολύ…
-Θέλετε να συμπληρώσετε κάποιο στοιχείο που πιστεύετε πως θα σας βοηθήσει;
-Όχι. Μόνο να πείτε στη μητέρα μου ότι της ζητάω συγνώμη.
Η δίκη ολοκληρώθηκε όπως είχε προσχεδιαστεί. Ο ψυχίατρος στην αναφορά του έγραψε πως πάσχω από επιλόχειο κατάθλιψη και το δικαστήριο έλαβε σοβαρά υπόψη το ιστορικό της υπόθεσης. Ο δικηγόρος στη γραμμή της υπεράσπισής μου προσκόμισε και το επιχείρημα της «αδυναμίας λήψης ώριμων και λογικών αποφάσεων, λόγω μετεφηβείας». Προσκόμισε ορισμένες επιπρόσθετες ψυχολογικές έρευνες που αναφέρουν πως στη σύγχρονη εποχή οι νέοι μέχρι 25 ετών διανύουν μια περίοδο που ομοιάζει με την εφηβεία και την ενηλικίωση, ωστόσο χαρακτηρίζεται από συναισθηματική ανωριμότητα. Λήφθηκε και το παραπάνω υπόψη σε συνδυασμό με όλα τα προαναφερθέντα. Κρίθηκα ένοχη. Δεν υπήρχε αμφιβολία για αυτό. 3 χρόνια φυλάκιση με αναστολή και περιοριστικούς όρους. Προτάθηκε η παρακολούθηση ατομικής ψυχοθεραπείας, προκειμένου να αντιμετωπίσω την επιλόχειο κατάθλιψη. Δεν ξέρω αν θα έχω ποτέ τη δύναμη να αντιμετωπίσω κατάματα τον εαυτό μου, τη μητέρα μου και όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η χειρότερη φυλακή είναι αυτή της παιδικής ηλικίας και του μυαλού μας. Στον ύπνο μου ακούω κλάματα μωρού, του δικού μου μωρού και ξυπνάω από τον ιδρώτα και τα ουρλιαχτά μου. Ελεύθερη πραγματικά δεν νομίζω να νιώσω ποτέ, γιατί έχω φυλακίσει τον εαυτό μου μέσα στον ίδιο μου τον εαυτό. Οι ψυχολόγοι λένε πως για να μπορέσεις πραγματικά να απελευθερωθείς από τους δαίμονες του παρελθόντος και να αυτοπραγματωθείς ως προσωπικότητα θα πρέπει πρώτα να αποδεχθείς τον εαυτό σου και στη συνέχεια τους άλλους. Δεν ξέρω αν θα καταφέρω ποτέ να συνάψω σχέση με κάποιον άντρα, πόσο μάλλον να αντικρίζω βρέφη και νήπια στο δρόμο. Δεν ξέρω αν μου αξίζει να γίνω μητέρα… Αυτή τη στιγμή το μόνο που γνωρίζω για εμένα είναι ότι είμαι η Δέσποινα Ανδρέου και η ζωή είναι σε υποθήκη.







Η ΜΑΓΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΓΙΚΟ ΦΥΛΑΧΤΟ
(της Γεωργίας Κιζιρίδου)

Εύα

Η Μάγια είναι μαθήτρια της Α’ Δημοτικού. Μάλιστα σε λίγες μέρες θα κλείσουν τα σχολεία και θα πάει κατασκήνωση με τις φίλες της. Μοιάζει σαν ένα κορίτσι της ηλικίας της. Έχει μαύρα μακριά μαλλιά, γαλάζια μάτια, μέτριο ύψος και είναι λίγο αδύνατη. Στον ελεύθερό της χρόνο της αρέσει να ζωγραφίζει, να ακούει μουσική και να χορεύει. Αν την παρατηρήσει κάποιος πολύ καλά θα διαπιστώσει ότι δεν αποχωρίζεται ποτέ το φυλαχτό της. Είναι ένα κρεμαστό με μια μαύρη πέτρα και γύρω από την πέτρα γυαλίζει κάτι σα χρυσόσκονη. Το κρεμαστό αυτό της το χάρισε η αγαπημένη της γιαγιά όταν άρχισε να μιλάει. Για τους άλλους ίσως είναι ένα συνηθισμένο κρεμαστό, για τη Μάγια όμως είναι το μαγικό της φυλαχτό. Όπως της εξήγησε η γιαγιά της το κρεμαστό αυτό περνάει από γενιά σε γενιά, από τη γιαγιά στην εγγονή εδώ και έναν αιώνα. Πρόκειται για μια παράδοση που την τήρησαν όλοι οι πρόγονοί της με ιδιαίτερη αφοσίωση. Γιατί είναι λοιπόν τόσο σημαντικό το φυλαχτό;
Όπως εξήγησε η γιαγιά στη Μάγια το φυλαχτό αυτό όποια το φοράει αποκτά αυτόματα και μια ξεχωριστή ικανότητα, αρκεί να την κρατήσει μυστική από όλους τους άλλους. Τι ικανότητα είναι αυτή; Αν η Μάγια κρατήσει την πέτρα του φυλαχτού στην χούφτα της για τρία δευτερόλεπτα και ταυτόχρονα κοιτάξει ένα άτομο, μπορεί να ταξιδέψει στο μυαλό του χωρίς να καταλάβει κανένας ποτέ τίποτα. Είναι με λίγα λόγια ικανή μέσα από τα ταξίδια της να μάθει τι σκέφτεται και τι νιώθει το άτομο που την ενδιαφέρει. Η γιαγιά της όμως της έδωσε την εξής συμβουλή:
«Ο μόνος λόγος για να χρησιμοποιήσεις αυτή σου την ικανότητα είναι για να βοηθήσεις κάποιον που έχει ανάγκη. Ποτέ μη χρησιμοποιήσεις το φυλαχτό για να ξεγελάσεις κάποιον ή από απλή περιέργεια. Αν το κάνεις αυτό, το φυλαχτό θα γίνει χίλια κομμάτια και η παράδοση τόσων χρόνων θα σπάσει.»
Αλήθεια πόσο της έλειπε η σοφή γιαγιά της… Η Μάγια θυμάται με νοσταλγία τις αφηγήσεις της γιαγιάς για τα δικά της ταξίδια στο μυαλό των άλλων. Είχε βοηθήσει πολλούς ανθρώπους από το χωριό της και όλοι την θυμόντουσαν ως την  «καλόκαρδη Μάγια», αλλά κανείς δεν είχε μάθει ποτέ για το μυστικό της. «Τι καλά να μπορέσω κι εγώ κάποτε να βοηθήσω κάποιον που έχει ανάγκη. Αχ γιαγιά! Μακάρι να σου μοιάσω!» Η Μάγια δεν ξέχασε ποτέ ότι μπορεί να χρησιμοποιήσει το φυλαχτό, όμως μέχρι αυτή τη στιγμή δε χρειάστηκε κάποιος τη βοήθειά της. 
Σήμερα η Μάγια με την τάξη της θα πήγαιναν ημερήσια εκδρομή στον Άγιο Νικόλαο, ένα μικρό χωριό κοντά στο σχολείο της. Λάτρευε τις εκδρομές, γιατί μπορούσε να εξερευνήσει, να τρέξει και να κάνει πικνίκ με τους φίλους της. Ξετρελάθηκε μόλις είδε το πανέμορφο τοπίο. Ένα μικρό ποταμάκι και πολύ πράσινο γύρω τριγύρω ήταν αρκετό για να ξεκινήσει την εξερεύνηση. Καθώς λοιπόν περπατούσε μόνη της και μάζευε αγριολούλουδα και πέτρες, αντίκρισε κάτι που της τράβηξε την προσοχή, αλλά και που την τάραξε συνάμα.   
Η φίλη της η Αντιγόνη και ο συμμαθητής της ο Ορέστης μάλωναν. Δεν ήταν η πρώτη φορά, αφού στο σχολείο συνέχεια υπήρχαν φασαρίες μεταξύ τους. Ή ακόμα καλύτερα, ο Ορέστης δημιουργούσε φασαρίες. Κορόιδευε συνέχεια την Αντιγόνη ότι δε φοράει ωραία ρούχα και της έλεγε ότι μοιάζει με εξωγήινη επειδή φοράει σιδεράκια και γυαλιά. Η Αντιγόνη είναι μικροκαμωμένη και ευαίσθητη και ενώ ήθελε τόσο πολύ να του πει να σταματήσει, αυτή έβαζε τα κλάματα. Ο Ορέστης από την άλλη ήταν μεγαλόσωμος και δυνατός, ο πιο δυνατός από όλη την τάξη κι έτσι δεν έδειχνε να φοβάται τίποτα και κανένα. Ούτε καν τη δασκάλα που πολλές φορές τον είχε μαλώσει και είχε καλέσει και τους γονείς του για να τους ενημερώσει. Τα υπόλοιπα παιδιά βλέποντας αυτά που κάνει στην Αντιγόνη τον απέφευγαν από φόβο μην τυχόν και πάθουν τα ίδια και χειρότερα. Σήμερα όμως η κατάσταση ίσως να ήταν λίγο πιο σοβαρή…
Η Μάγια κρύφτηκε πίσω από ένα δέντρο κοντά στο ποτάμι για να μπορέσει να καταλάβει ακριβώς τι γίνεται. Ο Ορέστης φώναζε στην Αντιγόνη και της ζητούσε να του δώσει τα χρήματα που είχε για την εκδρομή. 
«Αν δε μου δώσεις τα λεφτά που σου έδωσε η μαμά σου, δε θα σταματήσω να σε ενοχλώ ποτέ. Κατάλαβες;» 
Η Μάγια ετοιμάστηκε. Έπιασε το μαγικό φυλαχτό, όπως της είχε δείξει η γιαγιά της και από μακριά κατάφερε να κοιτάξει τον Ορέστη. Αυτό ήταν! Το πρώτο της ταξίδι ήταν γεγονός! Η Μάγια βρέθηκε στο μυαλό του Ορέστη! Είχε πολλή περιέργεια να ταξιδέψει και να ανακαλύψει τι ακριβώς συνέβαινε μέσα του. Τι να δει λοιπόν; Το μυαλό του Ορέστη ήταν σαν ένας λαβύρινθος με καθρέφτες. Η Μάγια μάζεψε το κουράγιο της και περπάτησε, παρόλο που φοβήθηκε μήπως χαθεί. Καθώς περπατούσε,  τι να δει; Ο Ορέστης σε μια γωνία να κλαίει. Έμοιαζε μικρός, μόνος και αβοήθητος. «Ορέστη;» φώναξε η Μάγια. Ο Ορέστης όμως δεν της απάντησε. Εξάλλου δεν μπορούσε ούτε να την δει, ούτε να την ακούσει. Από μια γωνιά ακούστηκε η μητέρα του να του φωνάζει. «Δεν σε αντέχω άλλο. Βαρέθηκα να με βάζει σε μπελάδες. Γιατί δεν μοιάζεις λίγο στον μεγάλο σου αδερφό; Εκτός από κακός μαθητής, είσαι και αγενέστατος. Πάλι παράπονα έκανε η δασκάλα σου». 
Η Μάγια στενοχωρήθηκε και ένιωσε έκπληξη. Δεν θα μπορούσε να πιστέψει ότι ο Ορέστης που τον φοβούνται όλοι είναι ένα φοβισμένο και απογοητευμένο παιδί. «Τι να σκέφτεται άραγε; Για να πάω πιο κοντά μήπως τον ακούσω…» Η Μάγια προχώρησε με μικρά βήματα προς τον Ορέστη που καθόταν κουλουριασμένος και κοιταζόταν στον καθρέφτη μπροστά του. «Γιατί να είμαι έτσι; Γιατί να μην μπορώ να είμαι σαν τους άλλους; Γιατί να μην έχω κι εγώ φίλους όπως όλοι;». Η Μάγια αφού άκουσε τις σκέψεις του και αφουγκράστηκε τα συναισθήματά του τού έδωσε ένα πεταχτό φιλί, έπιασε το φυλαχτό και είπε δυνατά: «Θέλω να γυρίσω πίσω. Το ταξίδι μου τελείωσε». Αυτόματα βρέθηκε ξανά πίσω από το δέντρο να παρακολουθεί την σκηνή μεταξύ του Ορέστη και της Αντιγόνης. «Αυτή τη φορά θέλω να μάθω και για την Αντιγόνη» είπε στον εαυτό της. Αυτόματα έπιασε το φυλαχτό και προσπάθησε να εστιάσει στην Αντιγόνη. 
Αυτή τη φορά η Μάγια βρέθηκε σε ένα δάσος σκοτεινό, με ψηλά δέντρα κι ακουγόταν ο αέρας που σφύριζε. «Αυτό είναι λοιπόν το μυαλό της Αντιγόνης;» σκέφτηκε με θλίψη, αλλά και φόβο μαζί. Παρόλα αυτά αποφάσισε να προχωρήσει με θάρρος, γιατί θα την βοηθούσε να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει. Καθώς περπατούσε σε ένα μονοπάτι με πυκνή και άγρια βλάστηση, είδε από μακριά την Αντιγόνη. Έμοιαζε μόνη κι αβοήθητη. Μπορούσε να ακούσει το κλάμα της από απόσταση. Πλησίασε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, σχεδόν πέταξε πάνω από κάτι μεγάλες πέτρες για να μη χάσει χρόνο. Η Αντιγόνη έλεγε λοιπόν σε ένα δέντρο: «Αν ήμουν αλλιώς, ίσως και να είχα φίλους. Τώρα όμως οι μόνοι φίλοι μου είναι τα φυτά μου. Λυπάμαι πολύ που είμαι μόνη, αλλά δεν ξέρω πώς να κάνω τους άλλους να με συμπαθήσουν». Η Μάγια σοκαρίστηκε. Από πάντα συμπαθούσε την Αντιγόνη. Όμως όσες φορές της είχε προτείνει να παίξουν είτε στην αυλή, είτε στη γειτονιά, αυτή της έλεγε ότι δεν μπορεί, γιατί έχει δουλειές. Η Μάγια αποφάσισε ότι πρέπει να δράσει. Τώρα πλέον ήξερε αρκετά για να βοηθήσει και τους δυο. «Το ταξίδι μου τελείωσε. Θέλω να γυρίσω πίσω», είπε και βρέθηκε ξανά πίσω από το δέντρο.
Καθώς πήγε να μετακινήσει το πόδι της για να πάει κοντά τους, έγινε κάτι αναπάντεχο. Η Μάγια γλίστρησε και βρέθηκε μέσα στο ποτάμι. «Βοήθεια! Βοήθεια!» φώναξε. Τι συμφορά! Η Μάγια δεν ήξερε κολύμπι και φοβόταν τόσο πολύ. Ο Ορέστης και η Αντιγόνη άκουσαν τις φωνές της και κατευθείαν έτρεξαν για να την βοηθήσουν. Ο Ορέστης ως πιο δυνατός έτρεξε πρώτος και χωρίς να το σκεφτεί ετοιμάστηκε να βουτήξει στο παγωμένο ποτάμι. «Ορέστη!» φώναξε από πίσω του η Αντιγόνη. «Περίμενε. Μην βουτήξεις. Το ποτάμι μπορεί να αγριέψει και να πάθετε και οι δύο κακό. Πάρε αυτό. Θα το κρατάω εγώ κι εσύ θα το δώσεις στη Μάγια. Έτσι θα μπορέσουμε να την  βγάλουμε από το ποτάμι χωρίς να κινδυνεύσει κανένας». Η Αντιγόνη έδωσε ένα μεγάλο κλαδί που βρήκε καθώς έτρεχε προς το ποτάμι. Ο Ορέστης πήρε το κλαδί κι έκανε ακριβώς ότι τον συμβούλευσε η Αντιγόνη. «Μάγια κρατήσου. Θα σε βγάλουμε σε λίγο. Μην ανησυχείς.» Πόσο ανακούφιση ένιωσε η Μάγια όταν έπιασε το κλαδί και την τράβηξε με δύναμη ο Ορέστης. Ήταν μούσκεμα, αλλά ασφαλής. «Φοβήθηκες πολύ; Ευτυχώς που ήμασταν κοντά και σε ακούσαμε.» είπε ο Ορέστης, ο οποίος καθόλου δεν έμοιαζε με τον άγριο νταή του σχολείου, αλλά και ούτε με το φοβισμένο αγόρι του μυαλού του. 
Η Μάγια αν και ήταν λίγο ζαλισμένη από την περιπέτεια, ένιωθε μια περίεργη ανακούφιση. Αυθόρμητα έπιασε το φυλαχτό της. «Ίσως τελικά κάποιες δυσκολίες έρχονται στη ζωή μας για να γνωρίζουμε καλύτερα τους ανθρώπους γύρω μας» σκέφτηκε από μέσα της. «Αντιγόνη και Ορέστη δεν ξέρω πώς να σας ευχαριστήσω. Τελικά είστε αχτύπητο δίδυμο! Αν δεν συνεργαζόσασταν μπορεί ακόμα να ήμουν στο ποτάμι! Το σημερινό ατυχές γεγονός είναι λόγος για να γιορτάσουμε διπλά! Πρώτον γιατί με σώσατε και δεύτερον γιατί για πρώτη φορά δεν μαλώσατε! Μήπως να συνεργάζεστε πιο συχνά και να γίνετε φίλοι;» είπε η Μάγια και έκλεισε το μάτι και στους δύο. 
Η Αντιγόνη και ο Ορέστης κοιτούσαν ντροπαλά και αμήχανα το έδαφος. Δεν ήξεραν πώς να αντιδράσουν. Η Μάγια όμως ήξερε πολύ καλά τι πρέπει να κάνει. «Ορέστη, μήπως θες να πεις κάτι στην Αντιγόνη; Σήμερα είναι μια ευκαιρία να κάνετε μια νέα αρχή νομίζω. Τι λες;» Ο Ορέστης βρήκε το θάρρος και κοίταξε την Αντιγόνη στα μάτια. «Αντιγόνη συγνώμη για όλα. Δεν ξέρω τι παθαίνω κάποιες φορές. Δε θέλω να είμαι ούτε κακός, ούτε ζωηρός. Θες να γίνουμε φίλοι από σήμερα;» Η Αντιγόνη δεν πίστευε όλα όσα άκουσε. Ίσως η σημερινή μέρα να ήταν όντως μια καλή ευκαιρία για μια νέα αρχή και ίσως οι ευχές της από σήμερα θα γινόταν πραγματικότητα. Θα αποκτούσε δύο φίλους. Αυτό είναι πραγματική ευτυχία. «Ορέστη σε συγχωρώ. Θέλω να γίνουμε φίλοι. Θα προσπαθήσουμε από εδώ και πέρα να βοηθάμε μαζί τους άλλους, γιατί έτσι τα καταφέρνουμε καλύτερα.» Η Μάγια συγκινημένη τους αγκάλιασε και τους δύο. «Τελικά είναι ωραίο να βοηθάς! Σε ευχαριστώ γιαγιά!» ψέλλισε. Πλέον ήταν έτοιμη να ταξιδέψει στον επόμενο προορισμό της! 



ΣΜΥΡΝΗ ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ
(της Γεωργίας Κιζιρίδου)

Κόρη της Αμαζόνας Σμύρνας και του Θησέα
Εσύ, με την πιο όμορφη προκυμαία
Δύση κι Ανατολή συγκατοικούν μαζί
Γι’ αυτό και είσαι πόλη ερωτική και πληθωρική!
Μια αγκαλιά ανοιχτή για όλους…
…Έλληνες, Εβραίους, Αρμένιους εμπόρους,
Ιστορία μαγευτική μα και τραγική
Ζεις συνέχεια την ακμή και την παρακμή.
Μέσα από σεισμούς, πυρκαγιές, καταστροφές,
Πονεμένες ανταλλαγές
Παρά τις πληγές στην ψυχή σου βαθιά
Παραμένεις πανέμορφη από τον Πάνω μέχρι τον Κάτω Μαχαλά.
Αν κάποιος θέλει να σε γνωρίσει,
Ζήτα του τα μάτια του να κλείσει.
Γεύσεις και αρώματα παντού,
Αν βρεθεί κανείς στον Πύργο του Ρολογιού.
Εδώ ο χρόνος σταματά
Όταν πας στην Πλατεία Κονάκ στην αγορά.
Πόλη πολιτισμική
Με τη δική της αρχιτεκτονική
Ξύλινα σπίτια και λιθόστρωτοι δρόμοι
Συγκινημένοι θέλουν να επισκεφθούν όλοι
Το Καντιφέ – Καλέ – το βελούδινο κάστρο
Εκεί που φαίνεται όλη η αφεντιά σου
Σμύρνη αγαπημένη, δε συναγωνίζεται καμιά την ομορφιά σου
…υπάρχει ένα νήμα που μας δένει κοντά σου!



*     *     *




ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΙΖΙΡΙΔΟΥ

Η Κιζιρίδου Γεωργία είναι ψυχολόγος με μεταπτυχιακή εξειδίκευση στην Εξελικτική – Σχολική ψυχολογία από το Α.Π.Θ. Από το 2007 – 2017 διατηρούσε πολυδύναμο διεπιστημονικό κέντρο λογοθεραπείας και ειδικής αγωγής. 
Το 2010 συνίδρυσε την εταιρία εκπόνησης εκπαιδευτικού και θεραπευτικού υλικού Play-learning και η ίδια δημιούργησε το παιχνίδι συναισθηματικής νοημοσύνης για παιδιά και εφήβους «Ας παίξουμε με τα συναισθήματα». 
Από το 2009 διδάσκει σε δομές εκπαίδευσης ενηλίκλων (Κολλέγια, ΚΕΚ, ΙΕΚ) με κύρια αντικείμενα αφενός την ειδική αγωγή (διάγνωση, αξιολόγηση και υποστήριξη μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες) και αφετέρου την προσωπική και επαγγελματική ανάπτυξη (διαχείριση συγκρούσεων στο χώρο εργασίας, επικοινωνιακές δεξιότητες, συναισθηματική νοημοσύνη, διαχείριση άγχους). 
Από το 2012 υπηρετεί ως σχολική ψυχολόγος σε δημόσιες δομές της εκπαίδευσης (ειδικά σχολεία, Κ.Ε.Σ.Υ., Ε.Δ.Ε.Α.Υ.)
Το 2017- 2018 υπηρέτησε στο Δικαστικό Μέγαρο Θεσσαλονίκης ως πραγματογνώμονας σε υποθέσεις ανηλίκων.
 Αρθρογραφεί στο ηλεκτρονικό περιοδικό ψυχολογίας και τέχνης Animartists από το 2015 για θέματα που έχουν να κάνουν με τις σύγχρονες σχέσεις. Συνεργάζεται με τοπικούς ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς (Πρακτορείο fm, Real fm, fm 100, Ράδιο Θεσσαλονίκη, 4E, tv 100, Άτλας tv)  αναφορικά με ζητήματα που άπτονται της επικαιρότητας και σχετίζονται με την ψυχική υγεία.  Συμμετέχει ως εισηγήτρια σε πανελλήνια και διεθνή συνέδρια με κύρια ερευνητικά ενδιαφέροντα τις εφαρμογές της σχολικής ψυχολογίας στην εκπαιδευτική πράξη. 
Έχει εκδόσει το πρώτο της βιβλίο για παιδιά με θέμα το Σχολικό εκφοβισμό σε σχέση με τις έμφυλες ταυτότητες με τίτλο «Το αγόρι που ήθελε μόνο να χορεύει». Παράλληλα κυκλοφορεί η διασκευή του σε παιδικό θεατρικό έργο. Συμμετέχει στην ποιητική ανθολογία «Πόλεων ποίησης» από τις εκδόσεις Χρόνος. Το Σεπτέμβριο του 2020 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ηδυέπεια ο συλλογικός διεπιστημονικός οδηγός για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών με τίτλο «Αόρατα όρια: Οδηγός συμβουλευτικής για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών», στον οποίο συμμετέχει καταθέτοντας την ψυχολογική οπτική.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Περιμένουμε τις απόψεις σας!