Του Βασίλη Μέγα
Αυτό που πρόκειται να σας διηγηθώ είναι μια απίστευτα αληθινή ιστορία φαντασίας, η οποία ξεκινάει σ’ ένα μαγικό μέρος βόρεια από ‘δω, αρκετά μακριά από αυτή τη γη. Δεν θυμάμαι πια που είναι, αλλά μπορώ να σας πω με σιγουριά πως αν είχατε την δυνατότητα να πετάξετε δεν θα υπήρχε η παραμικρή περίπτωση να μην το προσπεράσετε και αν περπατούσατε πιθανόν να μην το βρίσκατε ποτέ.
Λέγεται πως σ’ εκείνο τον μυστικό τόπο κάποτε ο Τσεπέτο και ο Νώα χρειάστηκαν δύο μέρες και δύο νύχτες μόνο για να κατασκευάσουν και να δώσουν πνοή στο πιο όμορφο και ‘ζωντανό’ καράβι του κόσμου. Ήταν ένας τεράστιος κύκνος από ξύλο σφενδάμου με πλατιά γαλάζια φτερά και δύο λαμπερές φεγγαρόπετρες για μάτια. Τριάντα σειληνοί με πράσινους μανδύες αποτελούσαν το πλήρωμα του και καπετάνιος του ήταν ο καλόκαρδος Κλάους με την μεγάλη, άσπρη γενειάδα.
Το μεγάλο κυκνοκάραβο λοιπόν όπως το αποκαλούσαν οι σειληνοί, ήταν αγκυροβολημένο στην Σιωπηλή Λίμνη όπου δεν ακουγόταν τίποτα πέρα από τους δείχτες ενός ρολογιού που μετρούσε αντίστροφα για την Ημέρα του ΜεσοΧειμώνα. Όλο τον υπόλοιπο καιρό, οι σειληνοί μετρούσαν τα πεφταστέρια που έπεφταν στην Λίμνη και ο καπετάνιος Κλάους έφτιαχνε πολύτιμα φυλαχτά παίρνοντας κομμάτια από την Μαγική Ατμόσφαιρα που περικλείει τα πάντα.
Κι όταν ερχόταν η σπουδαία ημέρα ο καπετάνιος Κλάους φορούσε τους λαμπερούς, ολόλευκους χιτώνες του και ανέβαινε στην πρύμνη. Έπιανε το πηδάλιο και φωνάζοντας: ‘‘Χαρά, Γέλιο, Παιχνίδι’’ έδινε οδηγίες στους σειληνούς να σηκώσουν τις άγκυρες και να ανεβάσουν τα πανιά. Εκείνοι άρχιζαν να τραγουδούν, να γελάνε και να κάνουν μεγάλο σαματά. Τότε το κυκνοκάραβο ξυπνούσε και έπλεε γοργά πάνω στα νερά της Σιωπηλής Λίμνης. Έπαιρνε φόρα, χτυπούσε τα φτερά του και σύντομα πετούσε στον ουρανό, ταξιδεύοντας πάνω απ’ τον κόσμο χάρη στα πεφταστέρια που το κρατούσαν.
Για να σηκωθεί όμως το κυκνόκαραβο στον αέρα έπρεπε να είναι πολλά τα αστέρια από κάτω του και ο μόνος τρόπος για να πέσουν από τον ουρανό ήταν όταν κάποιο παιδάκι στον κόσμο σταματούσε τις κακές πράξεις και τα κακά λόγια - την αλαζονεία, την έπαρση και την μοχθηρία - και ήταν καλό - ευγενικό και με φιλότιμο - στο σύνολο της χρονιάς. Η καλοσύνη του βεβαίως επιβραβευόταν καθώς για το δικό του πεφταστέρι ο καπετάνιος Κλάους έφτιαχνε ένα ξεχωριστό φυλαχτό το οποίο οι σειληνοί άφηναν δίπλα απ’ το κρεβάτι του όταν το κυκνοκάραβο περνούσε πάνω από το σπίτι του.
Αυτό το όμορφο και μαγικό ταξίδι γινόταν κάθε χρόνο και απ’ ότι μαθαίνω συνεχίζεται ακόμα μέχρι τις μέρες μας παρότι είναι ελάχιστοι εκείνοι που το γνωρίζουν. Μα, αν καταφέρετε ποτέ να βρεθείτε στις όχθες της Σιωπηλής Λίμνης να φροντίσετε να έχετε πολλά γλυκά μαζί σας για να τα δώσετε στους σειληνούς αν θέλετε να ανεβείτε στο κυκνοκάραβο τους και να πετάξετε μαζί τους πάνω από τα σύννεφα όταν θα έρθει η Ημέρα του Μεσοχειμώνα.
ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Περιμένουμε τις απόψεις σας!