"Όποιος θέλει ειρήνη ετοιμάζεται για πόλεμο, " χούι η μεμψιμοιρία της Αμύρσας. Δεν έφταιγε η αυστηρή νηστεία του σαραντάμερου με περαμένες προ πολλού τις εξαιρέσεις των Εισοδίων της Θεοτόκου, της Αγίας Αικατερίνης, του Αγίου Ανδρέα, του Αγίου Νικολάου με την καθιερωμένη ψαροφαγία. Ολάκερο το γυναικοθέμι επιδιδόταν με ζέση στα μηνιάτικα διαρμίσματα. (τακτοποιήσεις) Οι μπουγάδες στις δόξες τους, έλιωνε μετά χαράς το πράσινο σαπούνι. Έτριβαν τα δουλικά τα ξύλινα πατώματα με το κουρασάνι (κοπανισμένο κεραμίδι). Έτριβαν μετέπειτα και τα χαρκώματα με την περισσευούμενη αχιλιά (στάχτη) και μπόλικο λιμόνι να γυαλοκοπήσουν πιότερο από καθρέφτες.
"Καθετί στο σπίτι να 'ρκει στο καράρι του(όπως πρέπει), τρεχάτε στα ντάμια(αποθήκες) και στα χαρούμια(αυλές ), " υπενθύμιζε κάθε τόσο, μόνο που δεν ούρλιαζε. Πρόθυμα υπάκουε το προσωπικό, μάλιστα μερικά μέλη του σαν πιο μερακλήδικα, έπιαναν τα άσματα. Γλέντι ετοίμαζαν τι στο καλό;
"Ξεχάστε βαντέ(περιθώριο) γι' αλικούντιση(καθυστέρηση) , " ακουγόταν συχνά πυκνά η επωδός της, πάντα στις πιο αμείλικτες νότες. Την τιμητική τους έπαιρναν σε περίοπτες θέσεις τα πρεπούμενα πλουμίδια. Τα σερβίτσια έτοιμα να τρατάρουν βραστικά λογής-λογής. Τα κάντρα στους τοίχους έμοιαζαν πιο χαμογελαστά παρά τις μουντές πολιτρέδες(φωτογραφίες) τους. Τα ακριβά χαλιά ξάπλωναν αδιαμαρτύρητα να δεχτούν πατήματα και πατήματα. Παστρευόταν μέσα κι όξω τ' αρχοντικό. Με το ψύχος και τις γιορτές του καιρού οι βεγγέρες θα έδιναν και θα έπαιρναν. Από τις παραμονές του Χριστού ως τ' άη Γιαννιού κυβερνούσε η εκεχειρία. Άπλωνε τα πέπλα της αγέρωχη η γαλήνη, αρωγός της η θαλπωρή, θα ευχαριστούσαν τους κάματους των Χριστιανών. Οι παρακόρες ανεμπουγκώνονταν(προετοιμάζονταν) στα τζυμώματα. Εφτά φορές ζύμωναν τη μαγιά του ρεβιθιού ανάκατη με άλευρο, λάδι, ζάχαρη και τις μυρωδάτες σκόνες μοσχοκάρυδου και κανέλας. Σαν ξεφούρνιζαν το εφτάζυμο, γαρνιρισμένο με άφθονο σουσάμι - ασπρόμαυρο- να επαινεί τον συμβολισμό των χαϊριούδικων μαξουλιών(σοδειών), το ψέκαζαν αλύπητα ροδόνερο. Ο κύρης θα το έκοβε σταυρώνοντάς το τρεις φορές. Περίτεχνα στολισμένο, στο κέντρο ζυμαρένιος ταπεινός σταυρός με πέντε κελυφωτά καρύδια ως συνοδεία. Με πλούσια χάρτζα(πλουμιά ζυμωτά) κεντημένη από την ίδια την Αμύρσα, πότε με αγκίνιο διαλυστήρι(χτένα ), πότε με το ειδικό βελόνι. Πεσκέσια την παραμονή χριστόψωμο, κρασί στους δασκάλους των μικρών και σε φίλους. Πωρικά και καρποί θα ήταν τα ποδοσίδια τους(ανταπόδοση). Φούριες και στα τσαρσιά. Ψώνιζαν οι νοικοκυραίοι μην λείπει τίποτε απ' το χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Κάποιοι θα συνέτρωγαν με Μουσουλμάνους γείτονες οπότε απέφευγαν την αγορά χοιρινού.
"Μπιττίσατε(τελειώσατε) τους λαχανοντολμάδες με κατσικερνό κιγμά;" ρώταγε πιο ήπια. Τη λίγωναν οι μυρωδιές. Όχι αυτές στις πουλουδιέρες(βάζα) με τις κουμαριές και τις σμυρτιές που δήλωναντη γενική θαλερότητακι ευεξία. "Τα φύλλα τους συμβολίζουν τα σπάργανα του Θεανθρώπου. Ο πετεινός να βγάλει το ζουμί του στη σουπίτσα μας, " ξεναγούσε την πρωτοκόρη όπως την έσερνε. "Έχουμε χλιμμένους συγγενείς, εμείς θα τους φροντίσουμε μέρες που 'ρχονται," ακάματα τη νουθετούσε.
"Να φτιάξω καλέ ανέ την καρυδόπιτα; "ικέτεψε μην αντέχοντας τους βερμπαλισμούς της. Αρραβωνιασμένη, Μανόλης ο λεγάμενος θα γιόρταζε κι όφειλαν επιπλέον να κάμουν γλυκό του ταψιού. Παραμονές ετοίμαζαν τα φοινίκια, τ' αετουδάκια με τη σφραγίδα του δικέφαλου αετού.
Τρεις μέρες θα έκαιγε το τζάκι τα κούτσουρα του Χριστού. Μεγάλα κλαδιά ελιάς κι οπωροφόρων έστεκαν, ξάπλωναν σε διάφορα μέρη της σαλοτραπεζαρίας. Κατάφορτα καρπούς :καρύδια, φουντούκια, μύγδαλα.
Μικροί μεγάλοι, ιλαροί καλαντιστές με φαναράκια, χάρτινες εκκλησιές, καράβια και το εικόνισμα της Βρεφοκρατούσας Παναγιάς, θα σεργιάνιζαν τους μαχαλάδες με τις χαρμόσυνες ψαλμωδίες. Σιμά και τα παραδοσιακά όργανα θα καλοτύχιζαν τους σπιτονοικοκύρηδες. Θα τους ανταπέδιδαν με τη συνήθη αμοιβή τα γλυκά και τους καρπούς. Θα μπανιάρονταν, θα ζήταγαν συγχώρεση και την ευχή των γερόντων και των νονών τους με μετάνοια και χειροφίλημα ώστε άσπιλοι να πάνε στη θεία μετάληψη.
"Γοργά να προκάμουμε, διάβηκε η ώρα, εμάς θα περιμένει για; αντέστε!" συνέχιζε να μηρυκάζει κοιτώντας το μεγάλο δρύινο ωρολόγιο. Οσονούπω θα χτυπούσε τη θύρα τους ο πασβάντης(καντηλάφτης) να τους καλέσει στο ναό. Μειδιούσε ο Κριτόβουλος ατενίζοντας τη συμβία του. Δεν θα άλλαζε ποτέ. Το ευχόταν; αναρωτήθηκε καθώς διόρθωνε το όπλο, θα εριχνε μερικούς πυροβολισμούς φέτος. Ευφροσύνη είχαν. Αγνοούσε βέβαια πως τα επόμενα Χριστούγεννα με τον χαλασμό της Μικρασίας θα έπεφτε υπέρ πίστεως και πατρίδας...
Ρούλα Σκούμιου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Περιμένουμε τις απόψεις σας!